Τρίτη 28 Μαρτίου 2017

ΙΑΜΒΛΙΧΟΣ - ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΠΥΘΑΓΟΡΙΚΟΥ ΒΙΟΥ


ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Με τη γέννησή της η φιλοσοφική σκέψη δέχτηκε την πρόκληση του μη όντος. Από τον αγώνα για το ον και το μη ον βγήκε νικήτρια. Δάμασε τις έννοιες που τη συνόδευσαν και, με βοηθό τον ορθό λόγο, προχώρησε στη διερεύνηση της ``ζητούμενης επιστήμης``, στο λόγο για τα γένη του όντος. Μια μάχη, όμως, έχασε ۠ τη μάχη του «άλλου». Γιατί το «άλλο» είναι « πάγκρυφον» και ο άνθρωπος δεν κατορθώνει να το προσεγγίσει, να το δει. Έτσι, ο άνθρωπος αρκείται να το ονομάζει. Οι ονομασίες, όμως, δε σβήνουν τον πόθο για τη γνώση του.



Το « Άλλο », ωστόσο, αποκαλύπτεται με χίλιες δυο μορφές. Είναι, όμως, η μοίρα του ανθρώπου να μην το καταλαβαίνει και έτσι ακολουθεί το δρόμο των μυστηρίων. Και ξεπηδά μια μορφή θρησκευτικότητας, την οποία ο άνθρωπος θέλει να μοιράζεται μόνο σε λίγους. Γιατί το « Άλλο » το ονομάζει πια Θεό, αρχή των πάντων, Ένα.

Πάνω από 800 χρόνια χωρίζουν τον Ιάμβλιχο από τον Πυθαγόρα. Μαθαίνουμε ότι ο Πυθαγόρας έγραψε έργα που όλα χάθηκαν. Υπήρξαν άραγε; Οι γνώμες ποικίλουν ήδη από τους αρχαίους χρόνους. Ο Πλούταρχος εμφατικά τονίζει ότι δεν έγραψε ποτέ. Ο Επίκτητος, ο Κλήμης και ο Ιάμβλιχος δέχονται ότι άφησε βιβλία, ο Διογένης αφήνει το θέμα ανοιχτό. Αν καταφύγουμε στον Αριστοτέλη, που εκθέτει στα ``Μετά τα Φυσικά`` τις θεωρίες των Πυθαγορείων, βλέπουμε ότι συνάγεται έμμεσα ότι υπήρχαν βιβλία του ίδιου του Πυθαγόρα.

Η λέξη φιλόσοφος δηλώνει την αγάπη για τη σοφία. Και ο άνθρωπος που υψώνεται στη σοφία υπερέχει από τους άλλους. Μόνο ο φιλόσοφος μπορεί και αγγίζει την ουσία των πραγμάτων. Η σοφία δεν ανήκει στον άνθρωπο ۠ τείνει σ` αυτήν ως ένα ιδεώδες, ποτέ δεν την αγγίζει, Ο Πίνδαρος λέει ότι η σοφία είναι των θεών και όχι των θνητών. Ο άνθρωπος, λοιπόν, γνωρίζει ότι από μόνος του δε μπορεί να φτάσει στη σοφία, ή μπορεί ίσως, αν άλλοι το θελήσουν να του αποκαλυφθεί με θεϊκή πια παρέμβαση. Στρέφει έτσι το βλέμμα στους θεούς, με την εσώτερη σκέψη ότι κάτι θα φωτισθεί μέσα του, αρκεί να έχει την προετοιμασία εκείνη την εσωτερική, που τον φέρνει σε μυστική επαφή με το ιερό. Η προετοιμασία σώματος και ψυχής, άσκησης των αισθήσεων και άσκησης του νου δεν είναι εύκολη, ούτε είναι δοσμένο στον καθένα να την αντέξει. Γιατί η προετοιμασία είναι πραγματικός τρόπος ζωής, είναι βίος, ο βίος του Πυθαγόρα.

Έτσι φτάνουμε στην ιδέα εκείνη, τον πυρήνα του πυθαγορικού βίου, που είναι η εσωτερική βελτίωση του ανθρώπου μέσα από διδασκαλία και πρακτικές με έντονο θρησκευτικό χαρακτήρα. Εσωτερική ζωή, ηθική τελειότητα, τάση προς το μυστικισμό και ασκητισμός είναι στοιχεία που θα συγκροτήσουν την όλη εικόνα των Πυθαγορείων. Και σε αυτή την εικόνα κυρίαρχη είναι η συνύπαρξη θρησκείας και φιλοσοφίας, μυστικισμού και πρακτικής.

Η θρησκεία παίρνει ήδη τη μορφή της πολιτικής οργάνωσης : πειθαρχία, υπακοή, διδαχή, σιωπή. Οδηγός η καταπληκτική αρχή της αρμονίας ο Πυθαγόρας ακούει την αρμονία των ουράνιων σφαιρών. Μπορεί και ο άνθρωπος, αρκεί να σιωπά. Γίνεται έτσι η σιωπή πρώτη βαθμίδα της άσκησης. Για να γνωρίσεις πρέπει να μάθεις να ακούς, πρέπει να μάθεις να σωπαίνεις.

Όλη η ασκητική των Πυθαγορείων απέβλεπε στην περιφρόνηση του σώματος και στην αρετή της υπακοής. Για τον Πυθαγόρα η φιλοσοφία απαιτεί σιωπή και περισυλλογή. Δεν της αρμόζει η δημοσιότητα. Έτσι, δημιουργείται η παράδοση του απόρρητου λόγου, έτσι επιβάλλεται στους Πυθαγορείους ο όρκος να μην πωλούν και να μη δίνουν σε άλλους τα βιβλία τους. Ο ορθός λόγος είναι το όπλο και η δύναμη του Πυθαγόρα. Σκοπός είναι ο καθαρμός από τα πάθη. Για να βρει ο άνθρωπος την αρετή, είναι αναγκαίο να ελέγχει το λογικό του.


Ο ΠΥΘΑΓΟΡΕΙΟΣ ΒΙΟΣ

Ο Πυθαγόρας, γιος του Μνήσαρχου και της Παρθενίδας, γεννήθηκε το 580 π.Χ. και πέθανε γύρω στο 490 π.Χ. Ήταν μαθηματικός, γεωμέτρης, αστρονόμος, γιατρός και μουσικός. Ταξίδεψε στην Κρήτη, στη Δήλο, στη Σπάρτη, στη Φοινίκη και στη Βαβυλωνία της Μεσοποταμίας, όπου ήρθε σε επαφή με τα περσικά μυστήρια και τον Ζωροαστρισμό. Μετά από την πολυετή περιήγησή του στις χώρες των μυστηρίων, σε ηλικία περίπου 56 χρονών, επέστρεψε στην πατρίδα του τη Σάμο και οργάνωσε Σχολή, από όπου, όμως, σύντομα αποδήμησε ξανά, λόγω του τυραννικού καθεστώτος του Πολυκράτη και λόγω της αδιαφορίας των συμπολιτών του για όσα αυτός τους δίδασκε.

Η καινούργια αποδημία του φιλοσόφου από τη Σάμο τον φέρνει στις δωρικές αποικίες της Νότιας Ιταλίας και πιο συγκεκριμένα στην πόλη της Κρότωνος. Η Κρότων την εποχή εκείνη φημιζόταν για τον πνευματικό της πολιτισμό, τους εξαίρετους φυσικούς, τους μαθηματικούς, τους γιατρούς και τους αθλητές της. Η άφιξη του Πυθαγόρα χαιρετίστηκε από το λαό με μεγάλο ενθουσιασμό, και μάλιστα κατά την πρώτη του ομιλία είχε περισσότερους από 2.000 ακροατές. Σημαντικό ρόλο για την επιτυχία αυτή έπαιξε η εξαιρετική του φύση, οι φιλελεύθερες ιδέες του, το ήθος του, η χάρη και η ευπρέπεια στη φωνή του. Τόσο πολύ εκτίμησαν οι Κροτωνιάτες τη διδασκαλία του, που του επέτρεψαν να οργανώσει Σχολή, του πρότειναν να κυβερνήσει την πόλη τους και να θεσπίσει νόμους για τους Έλληνες της Ιταλίας. Πράγματι, ο Πυθαγόρας ανέλαβε να κυβερνήσει την πόλη ۠ κατέταξε τους ενεργούς πολίτες σε τρεις τάξεις: στους εμπόρους, τους αγωνιζόμενους και τους θεωρητικούς ή φιλοσόφους, και πρότεινε τη φιλία και την αδελφοσύνη για όλους τους ανθρώπους.

Έτσι, στην πόλη της Κρότωνος κυριάρχησαν οι Πυθαγόρειοι, οι οποίοι κατείχαν τα ανώτερα αξιώματα ۠ παρόμοια κατάσταση επικράτησε και σε άλλες πόλεις της Νότιας Ιταλίας. Το γεγονός αυτό δημιούργησε τη ζηλοφθονία και την αντίδραση όσων δεν ήταν ικανοποιημένοι από την ακριβοδίκαιη νομοθεσία. Η εξέγερση που εκδηλώθηκε το 510 π.Χ. στη γειτονική πόλη της Σύβαρης εναντίον των Πυθαγορείων, ο σφαγιασμός της τριανταμελούς αποστολής των Κροτωνιατών στη Σύβαρη και η αποδημία 500 Πυθαγορείων στην Κρότωνα, ήταν μονάχα η αρχή του κακού : ο Κύλων ο Κροτωνιάτης θα υποστηρίξει ότι οι Πυθαγόρειοι είχαν σκοπό να επιβάλουν στην πόλη τυραννικό καθεστώς και θα πείσει του συμπολίτες του, να επιτεθούν στους κυβερνώντες Πυθαγορείους, κατορθώνοντας άλλους από αυτούς να σκοτώσουν και άλλους να απομακρύνουν από την πόλη. Σύμφωνα με το Διογένη Λαέρτιο, ο Πυθαγόρας συνελήφθηκε και φονεύτηκε, ενώ προσπαθούσε να ξεφύγει.


Η ΣΧΟΛΗ ΤΩΝ ΠΥΘΑΓΟΡΕΙΩΝ

Ο Πυθαγόρας, όταν έφτασε στην πόλη της Κρότωνος, οργάνωσε Σχολή, το "ομακοείον" ( το χώρο των κοινών ακροάσεων ), που απαρτιζόταν από 300 μέλη. Η ένταξη των μελών γινόταν μέσα από διαδικασίες μύησης και τελετουργικών πρακτικών. Σκοπός της Πυθαγόρειας διδασκαλίας ήταν η επίτευξη της επικοινωνίας με το θεό, η οποία συνιστούσε τον τέλειο εξαγνισμό της ψυχής από τους ρύπους της σωματικής φυλακής. Η διαδικασία ήταν μακροχρόνια και απαιτούσε αυστηρό σεβασμό στους νόμους της Σχολής.

Οι Πυθαγόρειοι δείχνουν μεγάλη εμπιστοσύνη στις μυθολογικές αφηγήσεις του παρελθόντος (θεογονίες και ομηρικά έπη) και έχουν ``ορφική`` νοοτροπία. ``Ανακαλύπτουν`` έτσι τη σημασία του αριθμού, τη δυνατότητα δηλ. της ακριβούς έρευνας στη φυσική και ταυτόχρονα κατασκευάζουν φανταστικές αναλογίες που ορίζουν έννοιες όπως της διάνοιας (ανάλογη με τον αριθμό 1), της γνώμης (ανάλογη με τον αριθμό 2), της δικαιοσύνης, του γάμου, της τελειότητας, του σύμπαντος, των σφαιρικών πλανητών κ.λπ.

Η επιλογή των υποψήφιων μελών γινόταν σε πρώτη φάση φυσιογνωμικά, και κατόπιν τα μέλη υποβάλλονταν σε τριετή δοκιμασία και έλεγχο της συμπεριφοράς. Αν η δοκιμασία αυτή στεφόταν με επιτυχία, τότε οι υποψήφιοι γίνονταν δεκτοί στη Σχολή ως ``ακουσματικοί``, και αποκτούσαν το δικαίωμα να ακροώνται μέρος της διδασκαλίας του Διδασκάλου, χωρίς όμως να μπορούν να τον βλέπουν ή να του μιλούν. Η διδασκαλία των ``ακουσμάτων`` κρατούσε 5 χρόνια. Μετά το τέλος της πενταετίας, όσοι επιτύγχαναν στη δοκιμασία αυτοί γίνονταν ``εσωτερικοί`` και, ταυτόχρονα, επίσημα μέλη της Σχολής, πράγμα που υποδήλωνε ότι κατείχαν τα προκαταρκτικά εφόδια για να διδαχθούν το ουσιαστικό γνωσιοθεωρητικό μέρος των μαθημάτων, που κάλυπταν τις επιστήμες της Αριθμητικής, της Γεωμετρίας και της Μουσικής. Λόγω, μάλιστα, του χαρακτήρα των μαθημάτων αυτών, οι ``εσωτερικοί`` ονομάζονταν και ``μαθηματικοί`. Η διδαχή των Μαθηματικών επιστημών συμπληρωνόταν με διδασκαλίες σχετικές με τις Φυσικές επιστήμες, την Αστρονομία, τη Γεωγραφία, τη Μετεωρολογία, την Ανατομία, τη Φυσιολογία και την Ιατρική.


ΑΣΚΗΤΙΣΜΟΣ, ΚΑΘΑΡΣΗ, ΘΕΟΥΡΓΙΑ

Σύμφωνα με την Πυθαγόρεια διδασκαλία, οι υποψήφιοι εκπαιδεύονταν να αγνοούν κάθε δυσαρμονική και περιττή επιθυμία τους και να ικανοποιούν μονάχα τις αληθινά χρήσιμες ανάγκες του σώματος και της κοινότητας. Αυτό το επιτύγχαναν με την άσκηση. Ο φιλοσοφικός στοχασμός σκόπευε στον έλεγχο της διατροφής – ο Πυθαγόρας αποδοκίμαζε όσες τροφές προκαλούν φούσκωμα και διαταραχή (κρέας, αυγά, κουκιά και κρασί), και παρότρυνε να χρησιμοποιούνται όσες αποκαθιστούν τη σωματική ευεξία (κυρίως τα δημητριακά), στον έλεγχο του ύπνου (να είναι μικρής διάρκειας και με καλά όνειρα) και, γενικότερα, στον έλεγχο του τρόπου του βίου, επειδή μονάχα έτσι είναι δυνατό το πνεύμα να απελευθερωθεί και να καταστεί ικανό να θεωρεί υπέρ – λογικά και ενορατικά την πραγματικότητα.

Η ορθή, ωστόσο, θεώρηση της πραγματικότητας προαπαιτούσε συγκεκριμένη αγωγή, η οποία συνέτεινε στην κάθαρση, την απαραίτητη προϋπόθεση για την επίτευξη της αυτογνωσίας και της θεωρίας της πραγματικότητας. Η γνωσιοθεωρητική, όμως, αγωγή δεν ήταν επαρκής παράγοντας. Σε ένα ανώτερο στάδιο μύησης, ο μυημένος επιτυγχάνει μέσω της ταπεινοφροσύνης (φρόνησης) και της ευλαβικής του στάσης να κυριαρχεί, τόσο στον ίδιο του τον εαυτό όσο και στον κοινωνικό του περίγυρο, να ερμηνεύει τα σύμβολα και, τέλος, κατορθώνει να οδηγηθεί στη φιλοσοφία. Η ολοκληρωτική κάθαρση προϋποθέτει τη συνεπικουρία των θεών, οι οποίοι ανταποκρίνονται στις ανθρώπινες επικλήσεις. Οι φιλάνθρωποι θεοί, λοιπόν, υποβοηθούν τις ανθρώπινες ψυχές να ανυψωθούν προς τις ανώτερες τάξεις και να ενθεωθούν. Η θεϊκή αυτή παρουσία καλείται θεουργία.

Ο Ιάμβλιχος αποκαλεί τον Πυθαγόρα δαίμονα και θεϊκό άντρα ۠ ο Πυθαγόρας δηλαδή. μεταβαίνει σε μια ανώτερη κατάσταση, σύμφωνα με την οποία είναι κάτι περισσότερο από άνθρωπος και κάτι λιγότερο από θεός: είναι φιλόσοφος και θεός καθ` ομοίωση. Στο τυπικό της ορφικοπυθαγόρειας-πλατωνικής παράδοσης ο Πυθαγόρας θεωρείται καταχθόνιος δαίμων, δηλαδή επέχει βαθμού δαίμονος που ενίοτε ενσαρκώνεται σε κάθε νέα φάση θείου γεννητού. Αυτό, όμως, προϋποθέτει την τελετουργική δραστηριότητα και τη θεϊκή συγκατάβαση.


Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΙΑΜΒΛΙΧΟΥ

Ο Ιάμβλιχος γεννήθηκε στη Χαλκίδα της Κοίλης Συρίας γύρω στο 245 μ.Χ. από οικογένεια γαιοκτημόνων και πέθανε το 325. Σπούδασε στην Αντιόχεια και στην Αλεξάνδρεια, πόλεις – κέντρα τόσο της ελληνορωμαϊκής φιλοσοφίας όσο και της χριστιανικής θεολογίας. Ο Ανατόλιος – που πιθανόν ήταν καθηγητής της αριστοτελικής φιλοσοφίας στην Αλεξάνδρεια – ήταν ο πρώτος από τους δασκάλους του Ιάμβλιχου και συνέγραψε βιβλία πάνω στην αριθμητική. Ο άλλος του δάσκαλος ήταν ο Πορφύριος ο Τύριος, μαθητής του Πλωτίνου.

Ο Ιάμβλιχος, γύρω στο 290, αναλαμβάνει τη Σχολή της Συρίας, που βρισκόταν στη Δάφνη, προάστιο της Αντιόχειας, όπου και θα διδάξει μέχρι την έκρηξη του ``μεγάλου διωγμού`` που κηρύχθηκε από τον αυτοκράτορα Διοκλητιανό (303 – 311 μ.Χ.). Ο Ιάμβλιχος είχε πλήθος μαθητών, άντρες υπέρτατης αρετής, τους οποίους και δίδασκε σύμφωνα με τον τρόπο των Πυθαγορείων. Την τελευταία περίοδο της ζωής του επιστρέφει και εγκαθίσταται στη Χαλκίδα, ενώ ο Κωνσταντίνος γίνεται κυρίαρχος της δυτικής αυτοκρατορίας και υποστηρίζει ένθερμα το Χριστιανισμό. Πιθανόν, όμως, να μην πρόλαβε να τον δει να κυβερνά και την ανατολική αυτοκρατορία το 324, ούτε να συγκαλεί την Α` Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας το 325.


ΤΟ ΝΕΟΠΛΑΤΩΝΙΚΟ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Η επίσημη αποδοχή του Χριστιανισμού από τον Κωνσταντίνο είχε ως αποτέλεσμα και την επαναπροσέγγιση του ελληνορωμαϊκού τρόπου σκέψης. Ο θεός των νεοπλατωνικών διαφέρει από τον χριστιανικό και ως προς την ποιότητα αλλά και ως προς το πλήθος. Για τους νεοπλατωνικούς ο χριστιανικός θεός φαίνεται να λειτουργεί αυθαίρετα, επειδή ο υιός αυτός είναι με σάρκα και οστά, πράγμα που προκαλεί περιέργεια, καθώς είναι ασύμφωνο με το χαρακτήρα της πρώτης υπόστασης, δηλ. της υπόστασης του Ενός. Γι` αυτό και οι νεοπλατωνικοί θα στραφούν προς τους Χαλδαϊκούς χρησμούς και τα Ερμητικά κείμενα, που έδιναν μια πιο έγκυρη κατά τη γνώμη τους ερμηνεία του θεού ``Πατέρα Διός``, ως την Ενάδα εκείνη που συνδημιουργεί τον κόσμο μαζί με τους υπόλοιπους θεούς


ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΠΥΘΑΓΟΡΙΚΟΥ ΒΙΟΥ

Από τότε που η φιλοσοφία παραδόθηκε από τους θεούς, δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να γίνει κατανοητή παρά μονάχα με τη βοήθειά τους.

Η Πυθαΐδα (Παρθενίδα) γέννησε στη Σιδώνα της Φοινίκης γιο και τον ονόμασε Πυθαγόρα, καθώς η γέννησή του προφητεύτηκε από τον Πύθιο Απόλλωνα. Ο Μνήμαρχος ανέθρεψε το παιδί του με ποικίλους και αξιόλογους τρόπους ۠ διδασκόταν τα θεία όσο το δυνατόν καλύτερα. Ο Πυθαγόρας, μετά το θάνατο του πατέρα του, μεγάλωσε με πολλή σεμνότητα και σωφροσύνη και, ακριβώς γι` αυτό, αν και ήταν ακόμη νέος, απολάμβανε το σεβασμό όλων. Ο ίδιος, καμαρώνοντας για την παιδεία που άρχισε να αποκτά από τη βρεφική του ηλικία, όσο και από την εκ φύσεως θεόμορφη όψη του, κόσμησε τον εαυτό του με θρησκευτικές συνήθειες, μαθήματα και εξαίρετη διατροφή, με ψυχική ισορροπία και σωματική νηστεία ۠ και όλα όσα έλεγε ή έπραττε τα έκανε με ηρεμία και αμίμητη γαλήνη, χωρίς να κυριεύεται ποτέ ούτε από οργή, ούτε από γέλια, ούτε από ζήλια, ούτε από άλλη διαταραχή ή απερισκεψία, ζώντας στη Σάμο ένα νηφάλιο τρόπο ζωής.

Για τους λόγους αυτούς, όταν ήταν ακόμη έφηβος, η μεγάλη του φήμη διαδόθηκε στους σοφούς, στη Μίλητο στον Θαλή, στην Πριήνη στον Βίαντα και στις γειτονικές πόλεις. Όταν, γύρω στα 18 του χρόνια, άρχισαν να εμφανίζονται οι πρώτες ενδείξεις της επερχόμενης τυραννίδας του Πολυκράτη, ξέφυγε από όλους μέσα στη νύχτα και, μαζί με τον Ερμοδάμαντα, πέρασαν απέναντι στον Φερεκύδη, στον Αναξίμανδρο τον φυσικό και στον Θαλή τον Μιλήσιο. Συναντώντας όλους αυτούς, τον ένα μετά τον άλλο, μιλούσε με τέτοιο τρόπο ώστε όλοι να τον αγαπούν και να θαυμάζουν τη φύση του. Και μάλιστα ο Θαλής, αφού του μετέδωσε όσα μπορούσαν να είναι αντικείμενο μάθησης, τον προέτρεψε να πλεύσει στην Αίγυπτο για να συναναστραφεί με τους ιερείς στη Μέμφιδα ۠ διότι και ο Θαλής από εκείνους είχε πάρει τα εφόδια, χάρη στα οποία ο κόσμος τον θεωρεί σοφό.


Αφού, λοιπόν, ωφελήθηκε από τον Θαλή, για χάρη του απαρνήθηκε την οινοποσία, την κρεοφαγία και ακόμη περισσότερο την πολυφαγία και έμαθε να τρώει με μέτρο φαγητό ελαφρύ και εύπεπτο. Και, όταν χάρη σ` αυτόν απόχτησε την ικανότητα να κοιμάται λίγο, απόχτησε ακόμη εγρήγορση, καθαρότητα ψυχής, καθώς και τέλεια και διαρκή σωματική υγεία, απέπλευσε προς τη Σιδώνα, γιατί θεώρησε ότι από εκεί ευκολότερα θα περνούσε στην Αίγυπτο.

Εκεί συναντήθηκε με τους απογόνους του φυσικού φιλοσόφου Μώχου και με τους άλλους ιεροφάντες της Φοινίκης. Και μυήθηκε σε όλες τις θείες τελετές που τελούνται με κάθε ιεροπρέπεια στη Βύβλο, στην Τύρο και σε πολλά μέρη της Συρίας. Μετά από αυτά πήγε στην Αίγυπτο. Προσάραξε σε μια ακρογιαλιά που βρίσκεται κάτω από το φοινικικό όρος Κάρμηλο κι εκεί έμεινε για πολύ καιρό μόνος κοντά στο ιερό. Καθ` όλη τη διάρκεια του ταξιδιού έμεινε στην ίδια στάση για δύο νύχτες και τρεις ημέρες, χωρίς να πάρει ούτε τροφή ούτε νερό και χωρίς να κοιμηθεί! Έπειτα προσορμίστηκε στην Αιγυπτιακή ακτή.

Εκεί σύχναζε σε όλα τα ιερά με μεγάλο ζήλο και θαυμασμό. Μάθαινε με επιμέλεια το καθετί, χωρίς να παραβλέπει ούτε άκουσμα σχετικό με εκείνα που κατά την εποχή του επαινούνταν, ούτε κάποιον άντρα που φημιζόταν για τη σύνεσή του, ούτε τελετές που λάμβαναν χώρα για να τιμηθούν κάποιοι. Κατά τον ίδιο τρόπο επισκέφτηκε όλους τους ιερείς, επωφελούμενος από τη σοφία που ο καθένας τους διέθετε.

22 χρόνια παρέμεινε στα βάθη της Αιγύπτου, ασχολούμενος με την αστρονομία και τη γεωμετρία και μυημένος σε όλες τις τελετές των θεών, μέχρις ότου μεταφέρθηκε αιχμάλωτος στη Βαβυλώνα από τους στρατιώτες του Καμβύση. Στην Αίγυπτο μάθαινε για την θρησκεία των θεών (ίδιας ποιότητας και καταγωγής με την μινωική θρησκεία) και έφτανε (με τη βοήθεια θεουργών) στο υψηλότερο σημείο γνώσης των αριθμών, της μουσικής και των άλλων επιστημών. Αφού, λοιπόν, συναναστράφηκε με τους σοφούς μάγους άλλα 12 χρόνια, επέστρεψε στη Σάμο σε ηλικία περίπου 56 ετών.

Επειδή αναγνωρίστηκε για την αξία του, η πατρίδα του τον κάλεσε δημόσια να είναι χρήσιμος σε όλους, μεταδίδοντάς τους όσα έμαθε. Και ενώ η φιλοσοφία είχε ήδη κάνει μεγάλη πρόοδο, ολόκληρη η Ελλάδα τον αναζητούσε και τον θαύμαζε ۠ όλοι ήθελαν να συμμετέχουν στα μαθήματα που έκανε και οι συμπολίτες του τον ανέβαζαν σε αξιώματα και τον υποχρέωναν να συμμετέχει σε όλες τις δημόσιες λειτουργίες.

Χάρη στον Πυθαγόρα οι οπαδοί του απόχτησαν μια σχετικά ορθή κατανόηση περί των θεών, των ηρώων, των δαιμόνων και του κόσμου, περί των ουράνιων σφαιρών και κάθε αστρικής κίνησης, των σκιάσεων, των εκλείψεων και των εκτροπών και περί όλων όσων αφορούν τον κόσμο, τον ουρανό και τη γη και τις φύσεις που βρίσκονται στο ενδιάμεσο, φανερές και αόρατες. Τέλος, η βέλτιστη σχέση του πολίτη με την πόλη, η καλή συμβίωση, τα ¨ κοινά ¨ των φίλων, η λατρεία των θεών, ο σεβασμός προς αυτούς που έχουν πεθάνει, η νομοθεσία, η παιδεία, η εχεμύθεια, η οξύτητα του νου, η θεία φύση και τα άλλα αγαθά, όλα αυτά χάρη στον Πυθαγόρα έγιναν γνωστά.

Ο Πυθαγόρας, αφού αποδήμησε στην Ιταλία και στη Σικελία, σε όσες πόλεις συνάντησε να είναι υπόδουλες η μία στην άλλη, ενέπνευσε το φρόνημα της ελευθερίας μέσω των ακροατών του, τις λύτρωσε από το ζυγό και τις απελευθέρωσε. Έπειτα θέσπισε νόμους και, χάρη σε αυτούς, οι πόλεις κυβερνούνταν καλά για πολύ καιρό και ήταν αξιοζήλευτες στους περιοίκους. Σταμάτησε αμέσως κάθε πολιτική εξέγερση, διχόνοια και απλή διαφωνία από όλες σχεδόν τις πόλεις της Ιταλίας και της Σικελίας. Διότι ένα βαθυστόχαστο απόφθεγμά του ήταν παντού γνωστό : ¨ Πρέπει να αποφεύγεται με κάθε τρόπο και να κόβεται δια πυρός και σιδήρου από το σώμα η ασθένεια, από την ψυχή η αμάθεια, από την κοιλιά η πολυτέλεια, από την πόλη η πολιτική εξέγερση, από την οικογένεια η διχόνοια και από όλα η έλλειψη μέτρου ¨. Τα άριστα αυτά δόγματα τα υπενθύμιζε με μεγάλη φιλοστοργία σε κάθε μαθητή του.

Σε κάποιον λόγο του προέτρεπε τους νέους να σέβονται τους μεγαλύτερους, υποστηρίζοντας ότι και στον κόσμο και στη ζωή και στις πόλεις και στη φύση τιμάται περισσότερο αυτό που προηγείται, παρά αυτό που έπεται στο χρόνο, όπως η ανατολή περισσότερο από τη δύση, η αυγή από την εσπέρα, η αρχή από το τέλος, η γέννηση από τη φθορά. Με παρόμοιο τρόπο, μάλιστα, τιμώνται περισσότερο οι αυτόχθονες από τους ξένους και, γενικά, οι θεοί περισσότερο από τους δαίμονες, οι δαίμονες περισσότερο από τους ημίθεους, οι ήρωες από τους ανθρώπους, και από αυτούς οι γονείς περισσότερο από τα παιδιά τους. Τους έλεγε ακόμη ότι οφείλουν τόση χάρη στους γονείς τους όση θα όφειλε ένας νεκρός σε αυτόν που θα μπορούσε να τον ξαναφέρει στη ζωή. Κατά συνέπεια, είναι δίκαιο, τους πρώτους και αυτούς που τους ευεργέτησαν περισσότερο να τους αγαπούν πιο πολύ από όλους και ουδέποτε να τους προκαλούν λύπη. Και μονάχα τους γονείς πρέπει κατά προτεραιότητα να ευεργετούν ۠ διότι για όλα όσα κατορθώνουν οι απόγονοι, αίτιοι είναι οι πρόγονοι. Και πρέπει να ευεργετούμε τους προγόνους όχι λιγότερο από όσο τους θεούς. Αυτά, λοιπόν, συζήτησε με τους νέους στο γυμναστήριο.

Έπειτα, αφού τον κάλεσαν σε συνέδριο οι Κροτωνιάτες, τους συμβούλευε πρώτα απ` όλα να είναι δίκαιοι. Τους είπε να μην κάνουν κατάχρηση των όρκων προς τους θεούς και ότι είναι ορθό να χρησιμοποιούν λόγους που να γίνονται πιστευτοί και χωρίς όρκους. Τους προέτρεπε να αποδοκιμάζουν την αναβολή της εκτέλεσης των πράξεών τους, καθώς δεν υπάρχει άλλο αγαθό από το να επιτελείται η κάθε πράξη στον καιρό της. Να θεωρούν ότι το άριστο είναι να μπορεί ο καθένας να προβλέπει το συμφέρον του, δεύτερο να αντιλαμβάνεται αυτό που τον συμφέρει από όσα προκύπτουν από τις πράξεις των άλλων και ότι το χειρότερο είναι να περιμένει κάποιος να πάθει κακό, για να αντιληφθεί το καλύτερο. Όταν οι Κροτωνιάτες άκουσαν αυτά (και άλλα παρόμοια πολλά), ζήτησαν από τον Πυθαγόρα να συζητήσει ξεχωριστά με τα παιδιά τους στο Πυθαίο και με τις γυναίκες τους στο ιερό της Ήρας.

Αφού, λοιπόν, ο Πυθαγόρας πείσθηκε να συζητήσει, λένε ότι εισηγήθηκε στα παιδιά τα εξής : ποτέ να μην αρχίζουν να λοιδορούν (να κακολογούν και να υβρίζουν) και να ασχολούνται πρόθυμα και επιμελώς με την παιδεία. Τους είπε να σέβονται τους θεούς και να μην αντιμιλούν καθόλου στους μεγαλύτερους. Διότι έτσι θα έχουν τη φυσική αξίωση να μην αντιδικούν καθόλου στους μεγαλύτερους. Διότι έτσι θα έχουν τη φυσική αξίωση να μην αντιδικούν οι νεότεροι με αυτούς.

Στις γυναίκες λέγεται ότι πρώτα μίλησε σχετικά με τις θυσίες, λέγοντάς τους ότι, όταν σκοπεύουν να κάνουν προσφορές στους θεούς – στρογγυλές πίτες και γλυκίσματα από σιμιγδάλι και κηρήθρες και λιβάνι – να τις πραγματοποιούν με τα δικά τους χέρια και να τις φέρνουν στους βωμούς χωρίς τη βοήθεια δούλων. Λέγεται, επίσης, ότι στη συγκέντρωση είπε και αυτό : ότι εάν, μετά από συνουσία με το σύζυγο, η σύζυγος την ίδια μέρα παρευρεθεί σε τελετουργίες, τότε ο θεός θα τη συγχωρήσει ۠ εάν, όμως, έρθει σε συνουσία με άλλον άνδρα, ποτέ δε θα τη συγχωρήσει.

Ο Πυθαγόρας ημέρευε ακόμα και τα άλογα ζώα, έχοντας στο λόγο του κάτι παραινετικό. Με τη διδασκαλία του επιβαλλόταν σε όλους τους νοήμονες ανθρώπους και σε όλα τα ανήμερα ζώα που θεωρούμε ότι στερούνται λογικής. Ως πρώτη μορφή εκπαίδευσης των νέων καθόρισε τη μουσική. Και αυτό διότι με κάποιες μελωδίες και ρυθμούς θεράπευε τις συμπεριφορές και τα ανθρώπινα πάθη, επινοώντας καταστολές και θεραπείες για τα σωματικά και τα ψυχικά νοσήματα.

Με τον ίδιο τρόπο επιχειρούσε και άλλη κάθαρση της διάνοιας και, συγχρόνως, όλης της ψυχής, με κάθε είδους φροντίδες. Θεωρούσε ότι τα μαθήματα και οι παιδαγωγικές ασκήσεις πρέπει να αντιμετωπίζονται με γενναιοφροσύνη και θεσμοθέτησε, για όσους υποπίπτουν σε σφάλματα, ποικιλόμορφες δοκιμασίες και τιμωρίες και εμπόδια. Πρόσθετα με αυτά, υπέδειξε στους συντρόφους του να απέχουν από το να τρώνε οποιοδήποτε έμψυχο και, ακόμη, από κάποια φαγητά που εμποδίζουν την εγρήγορση και την κριτική σκέψη. Οι σύντροφοι ασκούνταν μαζί για πολλά χρόνια στην εχεμύθεια και την απόλυτη σιωπή, έτσι ώστε να ελέγχουν τα λεγόμενά τους. Ακόμη, συνιστούσε και αποχή από το κρασί και λιτή διατροφή, περιορισμένο ύπνο, καθώς επίσης και εναντίωση κατά της δόξας και του πλούτου και των παρομοίων. Προς τους μεγαλύτερους συνιστούσε ανυπόκριτο σεβασμό και απέναντι στους νεότερους, στάση ενίσχυσης και παρόρμησης, χωρίς φθόνο. Συνιστούσε και τη φιλία από όλους για όλους.

Αφού, λοιπόν, ο Πυθαγόρας είχε προετοιμαστεί με αυτόν τον τρόπο για την εκπαίδευση των μαθητών, όταν έρχονταν οι νεότεροι και εκδήλωναν την επιθυμία να περνούν το χρόνο τους μαζί του, δεν τους δεχόταν αμέσως, έως ότου να τους δοκιμάσει από όλες τις μεριές. Και όποιον δοκίμαζε, τον έθετε σε τριετή περιφρόνηση, για να ελέγξει τη σταθερότητα και την αυθεντικότητα της αγάπης που έχει για μάθηση. Κατόπιν αυτού, σε όσους προσέρχονταν, επέβαλε πενταετή σιωπή, επιχειρώντας να μάθει σε ποια κατάσταση βρίσκονται από άποψη εγκράτειας, θεωρώντας ως το δυσκολότερο από τα υπόλοιπα το να συγκρατούν τη γλώσσα τους. Κατά το χρονικό αυτό διάστημα, τα υπάρχοντα του καθενός (οι περιουσίες τους) δημεύονταν και δίνονταν προς φύλαξη σε εκείνους από τους μαθητές που ήταν αποδεδειγμένα ικανοί γι` αυτό, οι οποίοι ονομάζονταν ¨ πολιτικοί ¨. Οι νέοι, μετά από την πενταετή σιωπή, γίνονταν ¨ εσωτερικοί ¨ και, φορώντας σεντόνι, άκουγαν και ταυτόχρονα έβλεπαν τον Πυθαγόρα ۠ κατά την προηγούμενη εκπαίδευση δεν το φορούσαν και, χωρίς ποτέ να τον βλέπουν, παρευρίσκονταν στους λόγους ακούγοντας μονάχα, δίνοντας έτσι για πολύ καιρό αποδείξεις για το δικό τους χαρακτήρα. Εάν, λοιπόν, μετά από τη φυσιογνωμική εξέταση του παραστήματος, του βαδίσματος και του χαρακτήρα τους, έκαναν τον Πυθαγόρα να ελπίζει θετικά ότι θα προόδευαν μετά από την πενταετή σιωπή και των άλλων μαθημάτων, γεννιόταν γι` αυτούς η κριτική ικανότητα και η καθαρότητα της ψυχής με κάθε τρόπο και σε όλα τα επίπεδα.

Από την έλλειψη αυτοκυριαρχίας έχουν γεννηθεί άνομοι γάμοι, διαφθορές, μεθύσια, παρά φύση ηδονές και κάποιες σφοδρές επιθυμίες, που καταδιώκουν όσους κατέχονται από αυτές μέχρι τα βάραθρα και τους γκρεμούς. Αυτές, λοιπόν, οι επιθυμίες, δένοντας πισθάγκωνα τους εμπαθείς σαν να ήταν αιχμάλωτοι, τους έριξαν στη μεγαλύτερη καταστροφή. Από την πλεονεξία, πάλι, έχουν γεννηθεί αρπαγές, ληστείες, πατροκτονίες, ιεροσυλίες, δηλητηριάσεις κ.ά. Ο Πυθαγόρας προσέδιδε τεράστια σημασία και εξέταζε λεπτομερέστατα όσα αφορούσαν τη διδασκαλία και τη μετάδοση αυτών που ο ίδιος είχε διδάξει.

Μετά από αυτά διαχώριζε όσους ο ίδιος ενέκρινε, ανάλογα με την αξία του καθενός. Τους μεν άξιους αποκάλεσε ¨ Πυθαγορείους ¨, τους δε λιγότερο άξιους ¨ Πυθαγοριστές ¨. Διέταξε, λοιπόν, η περιουσία των Πυθαγορείων να είναι κοινή και η συμβίωση να είναι συνεχής καθ` όλη τη διάρκεια των μαθημάτων. Για τους Πυθαγοριστές, ωστόσο, διέταξε να κρατήσουν τις προσωπικές τους περιουσίες, αλλά να συναντιούνται στον ίδιο χώρο, συζητώντας μεταξύ τους.

Η σοφία που δίδασκε ο Πυθαγόρας είναι ίδια με τη σοφία των ¨ Επτά Σοφών ¨. Διότι και εκείνοι αναζητούσαν όχι τι είναι το αγαθό, αλλά ποιο είναι το μεγαλύτερο (αγαθό) ۠ όχι τι είναι το δύσκολο, αλλά ποιο είναι το δυσκολότερο (που είναι η γνώση του εαυτού). Το θείο είναι η αρχή ۠ ολόκληρη η ζωή έχει οργανωθεί έτσι ώστε να ακολουθεί το θεό ۠ και αυτός είναι ο λόγος της φιλοσοφίας. Για το λόγο αυτό και οι άνθρωποι συμπεριφέρονται γελοία όταν ζητούν την ευτυχία από αλλού και όχι από τους θεούς. Οι θεοί σε όλους όσους αγαπούν και χαίρονται με αυτούς, σε αυτούς δίνουν τα αγαθά, στους άλλους που αντιπαθούν δίνουν τα αντίθετα. Αρχικά, λοιπόν, ο Πυθαγόρας αποσκοπούσε στο να γίνεται πλήρης δοκιμή, αν μπορούν να είναι εχέμυθοι, και παρατηρούσε κατά πόσο, αφού μάθαιναν τα ¨ ακούσματα ¨, μπορούν να σιωπούν και να τα διαφυλάσσουν. Έπειτα παρατηρούσε εάν συμπεριφέρονται με σεβασμό ۠ και νοιαζόταν περισσότερο για τη σιωπή παρά για την ομιλία. Παρατηρούσε όμως και όλα τα άλλα, μήπως δηλαδή επηρεάζονται ελλείψει αυτοκυριαρχίας από κάποιο πάθος ή επιθυμία. Ακόμη, επέβλεπε π.χ. πώς συμπεριφέρονται όταν είναι οργισμένοι ή πώς συμπεριφέρονται όταν κυριεύονται από επιθυμία ή αν είναι φιλόνικοι ή φιλότιμοι. Εάν, λοιπόν, σε όλα όσα εξέταζε λεπτομερώς, αυτοί φαίνονταν ότι έχουν καλούς χαρακτήρες, εξέταζε όσα αφορούν την ικανότητά τους για μάθηση και απομνημόνευση. Έψαχνε να βρει πώς είναι η φύση τους για να την εξημερώσει.

Σύμφωνα με τη μέθοδό του, όσοι ήταν υπό την καθοδήγησή του, έπρατταν τα εξής : Οι άνδρες αυτοί έκαναν πρωινούς περιπάτους σε τόπους, στους οποίους συνέβαινε να υπάρχει στον ίδιο βαθμό ησυχία και ηρεμία και στους οποίους υπήρχαν ιερά και άλση και άλλα παρόμοια θέλγητρα της ψυχής, επειδή πίστευαν ότι δεν πρέπει να συναντηθούν με κάποιον πριν από τους περιπάτους, προτού δηλαδή φέρουν την ψυχή τους σε ευστάθεια και προτού βάλουν σε τάξη τις σκέψεις τους. Θεωρούσαν, μάλιστα, ότι αυτού του είδους η ησυχία είναι κατάλληλη για την ευστάθεια της διάνοιας. Μόνον ύστερα από τον πρωινό περίπατο (τον οποίο έκαναν ένας ένας) συνευρίσκονταν μεταξύ τους ۠ και χρησιμοποιούσαν το χρόνο της συνεύρεσης για διδασκαλίες και μαθήσεις και για τη διόρθωση του χαρακτήρα τους.

Μετά την ενασχόληση αυτή, στρέφονταν προς την άσκηση των σωμάτων. Οι περισσότεροι έτρεχαν, λιγότεροι ήταν αυτοί που ασκούνταν στην πάλη, ενώ άλλοι έκαναν άλματα ή γύμναζαν τα χέρια και το σώμα τους με βάρη. Για το γεύμα τους χρησιμοποιούσαν ψωμί με μέλι ή κηρήθρα, ενώ κρασί κατά τη διάρκεια της ημέρας δεν έπιναν. Μετά το γεύμα ασχολούνταν με τα πολιτικά ζητήματα και με ζητήματα που αφορούσαν τους ξένους. Και όταν έφτανε το δειλινό, εξορμούσαν πάλι σε περιπάτους, όχι όμως ένας ένας (όπως τον πρωινό περίπατο), αλλά δύο δύο και τρεις τρεις, φέρνοντας ξανά στη μνήμη τους τα μαθήματα και ασκούμενοι στις καλές ενασχολήσεις.

Μετά τον περίπατο έκαναν λουτρό και, όταν τελείωναν, συναντιόντουσαν στα συσσίτια ۠ τα συσσίτια είναι χώροι που δε γευματίζουν περισσότεροι των δέκα ανθρώπων. Αφού, λοιπόν, συγκεντρώνονταν, έκαναν σπονδές και θυσίες σφαγείων και λιβανωτού. Κατόπιν προχωρούσαν για το δείπνο, ώστε να έχουν τελειώσει το φαγητό πριν από τη δύση του ήλιου. Χρησιμοποιούσαν κρασί και κριθαρένιες πίτες και ψωμί και εδέσματα και λαχανικά, βρασμένα και ωμά ۠ παρέθεταν, επίσης, κρέας (ιερών) ζώων που επιτρεπόταν να θυσιάσουν.

Μετά από το δείπνο γίνονταν σπονδές και ακολουθούσε ανάγνωση. Όταν μετά επρόκειτο να προχωρήσουν, ο οινοχόος έκανε σπονδή για χάρη τους : να έχουν ευνοϊκό και καλοπροαίρετο τρόπο σκέψης αναφορικά με το θείο, το δαιμόνιο και το ηρωικό γένος ۠ και να σκέφτονται με τον ίδιο τρόπο για τους γονείς και τους ευεργέτες, να υπηρετούν το νόμο και να καταπολεμούν την παρανομία. Αφού, λοιπόν, λέγονται αυτά, ο καθένας πηγαίνει στο σπίτι του. Στα σπίτια πρέπει να χρησιμοποιούνται λευκά και καθαρά στρώματα και λινά υφάσματα, όχι προβιές.

Ας εξετάσουμε τώρα τι νομοθέτησε και για την τροφή, επειδή και αυτή συμβάλλει σε μεγάλο βαθμό στην άριστη παιδεία. Από όλες, λοιπόν, τις τροφές αποδοκίμαζε όσες προκαλούν φούσκωμα και διαταραχή, ενώ αντίθετα δοκίμαζε και παρότρυνε να χρησιμοποιούνται όσες αποκαθιστούν τη σωματική ευεξία. Αφαίρεσε μια για πάντα τα περιττά και βλαβερά εδέσματα, εισηγούμενος να μην τρώνε ποτέ έμψυχο, ούτε να πίνουν ποτέ κρασί, ούτε να θυσιάζουν ζώα στους θεούς, ούτε καν να τα βλάπτουν, αλλά να τα διασώζουν με μεγάλη επιμέλεια και με την ανάλογη δικαιοσύνη. Ο ίδιος εξάλλου έζησε με τον ίδιο τρόπο. Τα άγρια ζώα μάλλον τα ημέρευε και τα εκπαίδευε με λόγια και έργα, παρά τα έβλαπτε με τιμωρίες.

Επιπλέον, θεωρούσε ότι και η μουσική συμβάλλει κατά πολύ στην υγεία, αν κάποιος τη χρησιμοποιεί με ορθό τρόπο. Έβαζε, λοιπόν, κάποιον να παίζει λύρα και γύρω του ( έβαζε ) αυτούς που μπορούσαν να τραγουδούν παιάνες. Υπήρχαν κάποιες μελωδίες τις οποίες είχε επινοήσει ως εξαιρετικά βοηθητικές, για να αποκαθίστανται τα ψυχικά πάθη, οι απελπισίες και οι οξείς πόνοι. Άλλες πάλι μελωδίες τις επινοούσε για την οργή και το θυμό. Υπάρχει, επίσης, και άλλο είδος μουσικής για τις επιθυμίες. Χρησιμοποιούσαν μάλιστα και την όρχηση. Ως όργανο χρησιμοποιούσαν τη λύρα, διότι θεωρούσαν ότι ο αυλός δεν έχει ήχο που να απελευθερώνει τα ήθη. Ακόμη, απαγγέλλονταν και επιλεγμένοι στίχοι από τον Όμηρο και τον Ησίοδο, για να επανορθώνουν την ψυχή.

Οι Πυθαγόρειοι θεωρούν ότι, αφού υπάρχουν θεοί, και αυτοί είναι κύριοι όλων, πρέπει να είναι αποδεκτό από όλους ότι από αυτούς πρέπει να ζητούμε το αγαθό. Σε αυτούς, λοιπόν, που οι θεοί αγαπούν και με αυτούς που χαίρονται, σε αυτούς δίνουν τα αγαθά, ενώ σε αυτούς για τους οποίους αισθάνονται τα αντίθετα, απουσιάζουν πλήρως. Οι θεοί δεν παρεμβαίνουν, οι άνθρωποι είναι αυτοί που πρέπει να ανέβουν πνευματικά για να τους πλησιάσουν. Γίνεται, λοιπόν, φανερό ότι πρέπει να πράττουμε αυτά με τα οποία συμβαίνει να χαίρεται ο θεός. Θεωρούσαν, επίσης, πως τίποτα δε συμβαίνει από μόνο του τυχαία, αλλά από θεία πρόνοια. Ο Πυθαγόρας έλεγε ότι πρέπει κανείς να μπαίνει στο ιερό φορώντας λευκή και καθαρή ενδυμασία, με την οποία να μην έχει κοιμηθεί ۠ η καθαριότητα είναι μαρτυρία που αποδεικνύει την ισορροπημένη σκέψη και τη δικαιοσύνη. Ακόμη, παραγγέλνει σε όλους να ορκίζονται την αλήθεια, επειδή το μακρινό παρελθόν, για τους θεούς δεν είναι μακρινό, διότι ενώ οι άνθρωποι ξεχνούν και κατά συνέπεια μπορούν να συγχέουν την αλήθεια με το ψέμα, οι θεοί δεν ξεχνούν ποτέ. Τέτοιος περίπου λέγεται ότι ήταν ο τρόπος ενασχόλησής του με την ευσέβεια. Ο Πυθαγόρας δίδαξε όλα όσα αφορούν τη φύση και τελειοποίησε την ηθική φιλοσοφία και τη λογική. Ακόμη, ασχολήθηκε με τη γεωμετρία και τα ουράνια σώματα. Συνήθιζε να χρησιμοποιεί με συμβολικό τρόπο πολύ μικρές φράσεις, με πολλά και ποικιλόμορφα νοήματα, μιλώντας εμπνευσμένα στους μαθητές του, όπως π.χ. ¨ η αρχή είναι το ήμισυ του παντός ¨. Απέκρυπτε τους σπινθήρες της αλήθειας, που προοριζόταν μονάχα για όσους μπορούσαν να λάβουν το έναυσμα.

Καθημερινά οι Πυθαγόρειοι έκαναν επανάληψη των όσων λέγονταν με τον εξής τρόπο : Κανείς δε σηκωνόταν από το κρεβάτι του, αν πρώτα δεν έφερνε στο μυαλό του όσα έκανε την προηγούμενη μέρα. Ο Πυθαγόρας προέτρεπε τους μαθητές του να στέκονται στο πλευρό του νόμου και να πολεμούν την παρανομία. Και έθεσε νόμους σχετικούς με την αποχή από τη βρώση ζωικών τροφών, διότι αυτοί που εθίζονται στην αποστροφή της σφαγής ζώων, θεωρώντας την παράνομη και αφύσικη, πολύ περισσότερο θεωρούν παράνομο το να σκοτώνουν άνθρωπο ή να εμπλέκονται σε πολέμους.

Ο Πυθαγόρας και οι μαθητές του απείχαν από τις ζωικές τροφές, καθώς επίσης και από κάποιες τροφές που συντείνουν στην ακολασία. Ο ίδιος παράγγελνε μάλιστα να παραθέτουν εύγευστα και πολυτελή φαγητά κατά τις συνεστιάσεις, αλλά να τα απομακρύνουν και να τα προσφέρουν στους δούλους, επειδή τα έχουν παραθέσει μονάχα για να τιμωρηθούν οι επιθυμίες! Επίσης, καμιά ελεύθερη γυναίκα δεν πρέπει να φορά χρυσά κοσμήματα παρά μονάχα οι δούλες! Άλλες αρετές ήταν: η εχεμύθεια, η παντελής σιωπή, που συμβάλλει στην άσκηση της εγκράτειας της γλώσσας, η αποχή από το κρασί, η ολιγοφαγία και η ολιγοϋπνία, η ανεπιτήδευτη περιφρόνηση του πλούτου και των ομοίων, ο σεβασμός προς τους μεγαλύτερους, η ειλικρινής παρατήρηση και η ενθάρρυνση προς τους νεότερους, και όλα τα παρόμοια. Ακόμη, ο Πυθαγόρας τους παράγγελνε να μην είναι ούτε φαιδροί ούτε κατηφείς σε ό,τι αφορά την ψυχική τους διάθεση, αλλά να χαίρονται με μέτρο και πραότητα. Αντέκρουαν και την οργή, την απελπισία και τη σύγχυση. Εάν, μάλιστα, τους συνέβαινε κάποτε να οργίζονται ή να λυπούνται ή κάτι άλλο παρόμοιο, απομακρύνονταν αμέσως από τους υπόλοιπους και, ο καθένας απομονωμένος στον εαυτό του, επιχειρούσε να καταπραΰνει και να θεραπεύσει το πάθος του.

Η τάξη και η συμμετρία είναι ωραία πράγματα, ενώ τα αντίθετά τους, η αταξία και η ασυμμετρία, είναι αισχρά. Επίσης, ο μέθυσος και ο άπληστος είναι επονείδιστοι. Οι Πυθαγόρειοι, μάλιστα, προέτρεπαν όσους τους συναναστρέφονταν να προφυλάσσονται από την ηδονή περισσότερο από κάθε άλλο πράγμα, διότι τίποτα δε μας κάνει να σφάλλουμε τόσο και τίποτα δεν πρέπει να πράττουμε έχοντας κατά νου την ηδονή. Όμως, πάνω από όλα, πρέπει να πράττουμε αποβλέποντας προς το καλό και το ωραίο και, κατά δεύτερο λόγο, προς το συμφέρον και το ωφέλιμο. Από τη νεαρή ηλικία, μόλις αρχίζουν να δημιουργούνται τα πάθη, πρέπει να υπάρχει φροντίδα, ώστε οι νέοι να επιθυμούν αυτά που πρέπει ۠ και, όντας ατάραχοι και καθαροί από τέτοιες πράξεις, να περιφρονούν τους αξιοκαταφρόνητους που είναι προσκολλημένοι στις επιθυμίες.

Τα μικρά αγόρια και τα παρθένα κορίτσια πρέπει να ανατρέφονται με πόνους και ασκήσεις και με την κατάλληλη υπομονή, και να δέχονται την αρμόζουσα τροφή για μια φιλόπονη, σώφρονα και υπομονετική ζωή. Το μικρό αγόρι πρέπει να ανατρέφεται με τέτοιον τρόπο, ώστε να μην αναζητά κατά τα πρώτα 20 χρόνια συνεύρεση. Και όταν φτάσει σε αυτήν την ηλικία, σπάνια πρέπει να επιζητεί τις σαρκικές ηδονές. Οι άνθρωποι δεν κάνουν σωστές σκέψεις για τους δικούς τους απογόνους, αλλά γεννούν συμπτωματικά και τυχαία τα παιδιά τους.

Ο Πυθαγόρας, ταξιδεύοντας παντού μόνος, αντιμετώπισε πολλούς πόνους και ανυπέρβλητους κινδύνους. Κατέλυσε τυραννικά καθεστώτα και οργάνωσε ταραγμένα πολιτεύματα, παραδίδοντας τις πόλεις ελεύθερες από τη δουλεία και ακόμη, σταματώντας την παρανομία, νίκησε την αλαζονεία και παρεμπόδισε τους υβριστές και τους τυράννους. Οι σύντροφοί του προτιμούσαν να πεθάνουν, παρά να παραβούν κάποια από τις εντολές του. Υπήρχε σε αυτούς μια αδιάκοπη προτροπή : να βοηθούν πάντοτε το νόμο και να μάχονται την παρανομία, και να εθίζονται από τη μέρα που γεννιούνται στο σώφρονα και ανδρικό τρόπο του βίου, αποφεύγοντας και καταπολεμώντας την τρυφηλότητα.

Για μεγάλο χρονικό διάστημα κανένα από τα αξιόλογα δόγματα δε δημοσιοποιήθηκε, παρά γίνονταν γνωστά μονάχα από διδασκαλίες και μαθήματα. Ο κυριότερος σκοπός είναι η απαλλαγή και η απελευθέρωση του νου από τους τόσους δεσμούς και εξαρτήσεις που τον κρατούν δέσμιο από την βρεφική ηλικία ۠ χωρίς το σκοπό αυτό τίποτε το υγιές ούτε το αληθές δε μπορεί να μάθει ή να κατανοήσει κανείς, ενεργώντας μέσα από οποιαδήποτε αίσθηση. Διότι, σύμφωνα με τους Πυθαγόρειους, « ο νους όλα τα βλέπει και όλα τα ακούει ».

Υπήρχαν, όμως, και μερικοί που αντιτάχθηκαν στους Πυθαγόρειους και εξεγέρθηκαν εναντίον τους. Ο Κύλων ο Κροτωνιάτης κατείχε την πρώτη θέση ανάμεσα στους συμπολίτες του λόγω του γένους του, της δόξας του και του πλούτου του ۠ στο χαρακτήρα, όμως, ήταν δύστροπος, βίαιος και τυραννικός. Έτσι, αν και έδειξε κάθε προθυμία να γίνει κοινωνός του Πυθαγορικού βίου, αφού πήγε στον ίδιο τον Πυθαγόρα όταν ήταν ήδη γέρος, αποδοκιμάστηκε για τους προαναφερθέντες λόγους. Εξαιτίας, λοιπόν, του περιστατικού αυτού, ο Κύλων και οι φίλοι του κήρυξαν ανελέητο πόλεμο κατά του Πυθαγόρα και των συντρόφων του. Ο Πυθαγόρας, για το λόγο αυτό, διέφυγε στο Μεταπόντιο, και εκεί λέγεται ότι τερμάτισε τη ζωή του. Με την πάροδο του χρόνου εξοντώθηκαν και οι τελευταίοι Πυθαγόρειοι.

Από όλους ομολογείται ότι διάδοχος του Πυθαγόρα είχε γίνει ο Αρισταίος, ο γιος του Δαμοφώντα, ο Κροτωνιάτης, που έζησε κατά τους ίδιους χρόνους με τον Πυθαγόρα, 7 γενεές πριν από τον Πλάτωνα. Και επειδή κατείχε απόλυτα τα δόγματα των Πυθαγορείων, καταξιώθηκε να γίνει ηγέτης της Σχολής. Ιστορείται ότι ο Πυθαγόρας δίδαξε στη Σχολή για 39 χρόνια, ότι έζησε συνολικά περίπου 100 χρόνια και ότι, όταν ήταν ήδη πολύ γέρος, παρέδωσε τη Σχολή στον Αρισταίο. Μετά από αυτόν ηγήθηκε της Σχολής ο Μνήμαρχος, ο γιος του Πυθαγόρα, και αυτός την παρέδωσε στον Βουλαγόρα. Μετά από αυτόν, διάδοχος έγινε ο Γαρτύδας ο Κροτωνιάτης. Αργότερα ανέλαβε την ηγεσία της Σχολής ο Αρεσάς από τους Λευκανούς ۠ αυτός, επιστρέφοντας στην Ελλάδα, διέδωσε τις Πυθαγόρειες διδασκαλίες.





Πηγή:

Οι Σημερινοί Σκωτσέζοι Κατάγονται από Έλληνες Καληδόνες…


Τα στοιχεία πάνω στα οποία θα στηρίξουμε τις απόψεις μας είναι:
1. Η συμπεριφορά μερικών Σκοτσέζων στρατιωτών απέναντι στους Κύπριους Αγωνιστές κατά τον Απελευθερωτικό Αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-59.
2. Καληδονία – Σκωτία – σήμερα.
3. Οι αναφορές του Τάκιτου στο βιβλίο Agricola και του Solinus C. Iulius για την Καληδονία.
4. Οι Ελληνικές ονομασίες φυλών, πόλεων και γεωγραφικών στοιχείων που βρίσκονται στον γεωγραφικό χάρτη του Κλαύδιου Πτολεμαίου που ετοιμάστηκε τον 2ο αιώνα μ.Χ.
5. Η θέση των Καληδόνων – Σκοτσέζων ότι διαφέρουν με τους Άγγλους και οι αγώνες τους να δημιουργήσουν ξεχωριστό κράτος.


1. Αναφορά Αγωνιστή της ΕΟΚΑ 1955-59 Λοΐζου Ζαχαρία από το Πολέμι

Στις αρχές του Απελευθερωτικού Αγώνα γνωρίστηκα με ένα Σκοτσέζο, τον Τζιωρτζ Γκόρτον, λοχία του Αγγλικού στρατού. Γίναμε φίλοι.
Ήταν πραγματικά λεβέντης. Ερχόταν και καθόταν στον καφενέ του χωριού. Του έκανα καφέ, τον κερνούσα τσιγάρο, αν και δεν ήξερα πολλά εγγλέζικα. Αρραβωνιάσαμε τότε και ένα εξάδελφό μου, ήλθε και αυτός και διασκεδάσαμε μαζί.
Ο αείμνηστος Τζιωρτζ αντιλήφθηκε ότι εγώ ήμουν της ΕΟΚΑ. Όμως ουδέποτε με ρώτησε σχετικά. Με τρόπο μου έδινε πληροφορίες για τις κινήσεις του Αγγλικού στρατού.
Δυο – τρεις ώρες προτού αρχίσουν οι έρευνες στη Μαθηκολώνη, μου έδωσε την πληροφορία και αμέσως έστειλα το μήνυμα και έφυγαν οι Αγωνιστές.
Με πληροφόρησε ακόμα ότι γνώριζε ο Αγγλικός στρατός πως στον Άγιο Νεόφυτο διέμενε ο Τομεάρχης Τεύκρος Λοΐζου. Έστειλα αμέσως το μήνυμα και ο αγωνιστής έλαβε τα μέτρα του.
Μου έδιδε πολλές πληροφορίες. Με συμπάθησε πολύ. Συμπαθούσε και τον Αγώνα μας.
Μια μέρα μου είπε ότι έχει εντολή να με συλλάβει γιατί του είπαν ότι είμαι υπεύθυνος της περιοχής.
Κάναμε χειραψία, φιληθήκαμε κι έφυγα.
Όταν ήμουν στο βουνό, μου έστειλε δυο φορές σφαίρες του Sten και του πιστολιού, με τον Πασχάλη του Τσαούση, τον φίλο μας από το Πολέμι.
Στη Γιόλου υπήρχαν καταζητούμενοι. Πήγε ο Gordon στη Γιόλου προτού γίνουν έρευνες και κάλυψε τα πάντα.
Ήταν πράγματι δικός μας άνθρωπος. Ήταν κάτι περισσότερο από Έλληνας Κύπριος.
Δύο Τούρκοι αστυνομικοί της περιοχής τον πρόδωσαν στους Άγγλους.
Το έμαθε. Ήθελε να τους εκτελέσει και μετά να βγει στο βουνό με την ΕΟΚΑ.
Ζήτησε να τους εκτελέσει η ΕΟΚΑ. Όμως δεν τους πετύχαμε. Μετάθεσαν τότε τον Gordon στην Πόλη της Χρυσοχούς.
Συνέχισε όμως να συνεργάζεται με την ΕΟΚΑ.
Μετά το τέλος του Αγώνα της ΕΟΚΑ ερχόταν κάθε χρόνο στην Κύπρο και περνούσαμε τις πιο όμορφες ώρες της ζωής μας.
Χαίρε καληδόνιε George Gordon. Με τη συμπεριφορά σου απέδειξες ότι είσαι ένας διαχρονικός Έλληνας που τιμάς το D.N.A. σου.
Γνωρίζουμε και άλλες περιπτώσεις που Σκοτσέζοι στρατιώτες συμπεριφέροντο φιλικά προς τους Αγωνιστές της ΕΟΚΑ.
Χρησιμοποιήσαμε το περιστατικό αυτό των Αγωνιστών της Πάφου για βοήθημα στην παρούσα μελέτη.

2. Καληδονία – Σκωτία

Η Σκωτία είναι το Βόρειο μέρος της Βρετανίας. Η οροσειρά Cheviot χωρίζει την Αγγλία από τη Σκωτία. Πρωτεύουσα της Σκωτίας είναι το Εδιμβούργο. Η Σκωτία αποτελείται από 800 νησιά. Τα πιο πολλά είναι ακατοίκητα.
Σκώτοι, η νέα ονομασία των Καληδόνων.
Είναι άξιον απορίας το που βρέθηκε η ονομασία Σκώτοι και Σκωτία.
Το μόνο που βρήκαμε είναι αυτό που αναφέρεται στο βιβλίο του Sean Duffy «History of Ireland», σελ. 40.
«Οι Ρωμαίοι αποκάλεσαν την Ιρλανδία Scotia και τους κατοίκους Scoti. Από αυτό πήρε και την ονομασία Scotland η περιοχή της Καληδονίας».
Το γιατί τώρα τη Σκωτία το γράφουμε με ω, ας μας το πουν οι ειδικοί.
Η Σκωτία είναι χώρα της Ευρώπης και μέρος της Μεγάλης Βρετανίας, στην οποία και ανήκει πολιτικά. Ο αριθμός των κατοίκων είναι περίπου πέντε εκατομμύρια. Το βορειότερο μέρος της Σκωτίας είναι ορεινό και αραιοκατοικημένο.
Καμιά ξένη δύναμη από τα πανάρχαια χρόνια τους επηρέασε. Γι’ αυτό οι κάτοικοί της διατηρούν τη γλώσσα, την ενδυμασία, τους χορούς και τα αρχαία ήθη και έθιμά τους.
Γλώσσα τους σήμερα είναι η γαελική (Gaelic). Μιλούν ακόμα τη γλώσσα των Σκώτων και Αγγλικά.
Πιθανόν το όνομα Καληδονία να σχετίζεται με την Καληδόνα, πόλη της Αιτωλίας στην Κεντρική Ελλάδα. Βασιλιάς της ήτο ο Οινέας. Είναι γνωστό ότι οι κάτοικοί της δεν πρόσφεραν τις απαρχές (τα πρώτα γεννήματα και τους πρώτους καρπούς τους) στη Θεά Αρτέμιδα.
Γι’ αυτό και η Αρτέμιδα τους έστειλε τον Καληδόνιο κάπρο, ένα άγριο και σωματώδη αγριόχοιρο, που σκότωνε τους γεωργούς και κατάστρεφε τις σοδειές τους. Τον κάπρο τον σκότωσε ο Μελέαγρος.
Στη συνέχεια πρόσφεραν και στην Αρτέμιδα απαρχές, της έκτισαν ναό και την έκαναν προστάτιδά τους.
Η Καληδόνα αναφέρεται και από τον Αριστοτέλη στην ποιητική του (11.58) «Καλύδων μεν, ήδε γαία Πελοπείας, χθονός, εν αντιπόρθμοις πέδιλ’ έχουσ’ ευδαίμονα», «Γη της Καλυδώνος είναι αυτή που οι εύφορες πεδιάδες της ατενίζουν τα στενά περάσματα της θάλασσας της χώρας του Πέλοπα.»

3. Αναφορές του Τάκιτου στον Agricola για τους Καληδόνες

Αρχαία Καληδόνια
Οι Ρωμαίοι ήσαν εισβολείς στην Καληδονία. Σκοπός τους ήταν να την κατακτήσουν και να την εκμεταλλεύονται.
Οι Ρωμαίοι ήσαν εισβολείς στην Καληδονία. Σκοπός τους ήταν να την κατακτήσουν και να την εκμεταλλεύονται.
Η πρώτη τους εντύπωση, όπως ανέφερε ο Τάκιτος στον Agricola, «είναι ότι είναι μια επικίνδυνη χώρα για κάθε εισβολέα. Πρώτα έπρεπε οι εισβολείς να πολεμήσουν για να σώσουν τη ζωή τους και ύστερα να σκεφτούν για τη νίκη.
Δύναμη των Καληδόνων είναι το πεζικό. Μερικές φορές χρησιμοποιούσαν στους πολέμους και άρματα, όπως οι ήρωες του Τρωϊκού πολέμου».
Στο βιβλίο του Τάκιτου “Agricola” που γράφτηκε το 97-98 μ.Χ. αναφέρεται το ιστορικό των πολεμικών προσπαθειών των Ρωμαίων για την κατάκτηση της Βρετανίας και της Καληδονίας.
Οι επιχειρήσεις άρχισαν το 55 π.Χ. με τον Ιούλιο Καίσαρα. Συνεχίστηκαν μέχρι το 77 μ.Χ. οπότε κατελήφθη όλη η Αγγλία. Ελεύθερη έμεινε η Καληδονία.
Το 77 μ.Χ. ανέλαβε Κυβερνήτης της καταληφθείσας Βρετανίας ο Agricola. Από το 77 – 82 μ.Χ. έκανε επτά μεγάλες επιχειρήσεις. Νίκησε τους Βρετανούς και έφθασε μέχρι τη λοφώδη περιοχή της Καληδονίας Crampian.
Εντυπωσιασμένος από τις εκφοβιστικές κινήσεις των Καληδόνων και φοβούμενος την εξέγερση των Βορείων πόλεων, χρησιμοποίησε για πρώτη φορά τον στόλο του, για επίδειξη δύναμης και για να παρακολουθεί τα λιμάνια.
Οι Καληδόνιοι επιτέθηκαν χωρίς πρόκληση σ’ ένα από τα στρατόπεδα Ρωμαίων και προκάλεσαν μεγάλη ζημιά.Οι Ρωμαίοι αντεπιτέθηκαν και ήθελαν προχωρήσουν βαθύτερα μέσα στην Καληδονία και να πολεμούν συνέχεια μέχρι να φθάσουν στην άκρη της. Όμως δεν το έκαναν.

Ο λόγος του αρχηγού Καλγκάκους προς τους Καληδόνες

Οι Καληδόνες ήσαν απτόητοι από τις απώλειες στις προηγούμενες μάχες και με χαρά ήθελαν να πάρουν εκδίκηση παρά να υποδουλωθούν. Έπρεπε ενωμένοι να αντιμετωπίσουν τον κοινό εχθρό.
Συνενώθηκαν όλες οι πολιτείες και σχημάτισαν στρατό 30.000 ανδρών. Η στρατιωτική δύναμη των Ρωμαίων ήταν τέσσερεις λεγεώνες, δηλαδή πέραν των 40.000 στρατού. Εκτός τούτου είχαν και 3.000 ιππικό και 8.000 εφεδρικό σώμα.
Ένας από τους αρχηγούς των Καληδόνων, ο Καλγκάκους απευθύνθηκε προς τους στρατιώτες που διψούσαν για πόλεμο, με τούτα τα λόγια:
«Καληδόνες, ο ενθουσιασμός και η αποφασιστικότητα με την οποία αντιμετωπίζετε αυτή την κρίση που μας βρήκε, με κάνει να ελπίζω ότι πλησιάζει η στιγμή της λευτεριάς όλης της Βρετανίας.
Εμείς, το εκλεκτό άνθος της Βρετανίας, είμαστε πολύτιμοι στα μέρη αυτά. Αθέατοι από τον εχθρό που βρίσκεται στις κατακτηθείσες ακτές, έχουμε τη ματιά μας περήφανη γιατί είμαστε απαλλαγμένοι από την τυραννική παρουσία. Πίσω μας βρίσκονται βράχοι και κύμματα και στη θάλασσα οι ληστές του κόσμου, οι Ρωμαίοι.
Ο πλούτος και η δίψα για εξουσία εξάπτουν την απληστία τους και ληστεύουν, σφάζουν και λεηλατούν. Αρπάζουν τους άνδρες μας και τους στέλλουν σκλάβους σε άλλους τόπους. Οι γυναίκες και οι αδελφές μας βιάζονται και ξελογιάζονται από τον εχθρό. Αρπάζουν το βιος μας και μας υποχρεώνουν να ανοίγουμε δρόμους στους βάλτους και στα δάση.
Μην περιμένετε λύπηση από τους εισβολείς αν αγαπάτε την τιμή και την ζωή σας, φανείτε άξιοι των καιρών.
Μπροστά μας έχουμε τον στρατό των Ρωμαίων. Αν μας νικήσουν σημαίνει για μας μια βασανισμένη και εξευτελισμένη ζωή, αυτή του σκλάβου.
Προχωρείστε στη μάχη με το μέτωπο ψηλά, καθοδηγούμενοι από τη θυσία αυτών που χάθηκαν και με την ελπίδα μιας καλύτερης ζωής αυτών που θα ‘ρθουν».
Τάκιτος

Χρησιμοποίησε ο Agricola όλες του τις δυνάμεις κατά τη σύγκρουση που επακολούθησε στα Κραμπιανά όρη. Νίκησε τους Καληδόνες αλλά δεν προχώρησε προς τα Βόρεια της χώρας. Έκτισε πολλά οχυρά για να προστατευθεί από τους Καληδόνες. Ο Ανδριανός έκτισε το τείχος από τις ανατολικές ακτές μέχρις τις δυτικές. Και τούτο για να αποκρούουν τις επιθέσεις των ανυπότακτων Καληδόνων.
Τον 5ο αιώνα μ.Χ. οι Ρωμαϊκές λεγεώνες εγκατέλειψαν τη Βρετανία.
Σχετικά με το ποια γλώσσα μιλούσαν, έχουμε δύο στοιχεία:
Το πρώτο είναι το αναφερόμενο στα απομνημονεύματα του Ιουλίου Καίσαρα ότι οι κάτοικοι της Αλβιόνας (Βρετανίας), είχαν μικρές διαφορές στη γλώσσα. Δηλαδή σ’ όλη τη Βρετανία μιλούσαν την ίδια περίπου γλώσσα. Μας λέγει ακόμα ότι οι Λεγεωνάριοί του συνεννοούνταν με τους Γαλάτες στην Ελληνική Ομηρική γλώσσα, την οποία μιλούσαν και έγραφαν.
Το δεύτερο στοιχείο είναι το αναφερόμενο από τον Ρωμαίο συγγραφέα Solinus C. Iulius, 250 μ.Χ. στο βιβλίο του «Collectana Rerum Memorabillium (622, 112)». Γράφει ότι «ο Ομηρικός Οδυσσέας έφθασε μέχρι την Καληδονία. Τούτο αποδεικνύεται από μια χαραγμένη γραφή πάνω σε πλάκα ενός βωμού με ελληνικά γράμματα». Αυτοί που έγραψαν πρέπει να γνώριζαν ελληνικά. Και αυτοί που θα τα εδιάβαζαν πάλι πρέπει να γνώριζαν ελληνικά. Συνεπώς μπορεί να λεχθεί ότι η γλώσσα τους σχετίζεται με την Ελληνική.
Η ελληνική γλώσσα ομιλείτο πολύ πριν από την 2α π.Χ. χιλιετία και ευρίσκετο σε υψηλό επίπεδο τελειότητας.
Είναι η βασίλισσα των Γλωσσών.
Είναι η γλώσσα των Θεών.
«Ει Θεοί διαλέγονται, την των Ελλήνων γλώττη χρώνται», έλεγε ο Κικέρων.
Είπαμε ότι στην Αλβιόνα και στην Καληδονία ελατρεύετο το Ελληνικό Δωδεκάθεο.

Θα το είχαν καμάρι των οι Καληδόνιοι να μιλούσαν τη γλώσσα των Θεών τους, την ελληνική.

Θρησκεία των Καληδόνων

Ο Τάκιτος μας αναφέρει ότι σε όλη τη Βρετανία έκαναν «τις ίδιες τελετουργικές πράξεις». Συνεπώς μπορούμε να υποθέσουμε ότι είχαν την ίδια πίστη και την ίδια Θρησκευτική παράδοση.
Καταρράκτες Καληδονίας

Στο βιβλίο μας “The Ancient Greeks in Britain” αποδείξαμε ότι οι Βρετανοί πίστευαν στο Ελληνικό Δωδεκάθεο.
Αν λάβουμε υπόψη ότι τα Μεγαλιθικά Μνημεία της Καληδονίας που ήσαν θρησκευτικοί χώροι όπως:
• του Callanish στις Νήσους Ευρίδες,
• του Casterigg στα Κραμπιανά Όρη,
• του Stennes στις Ορκάδες Νήσους,
• του Maes Howe στις Ορκάδες Νήσους,
• του Ring of Brodgar στις Ορκάδες Νήσους,
• του Pictish Stone σε όλη την Καληδονία
• και άλλων ήσαν παρόμοια με εκείνα της Αγγλίας και της Ιρλανδίας τότε μπορούμε να δεχθούμε ότι οι κάτοικοι της Βρετανικής νήσου είχαν το ομόθρησκο.

Επειδή στην Αγγλία υποστηρίξαμε σε προηγούμενες έρευνές μας ότι επίστευαν στο Ελληνικό Δωδεκάθεο και κυρίως στον Θεό Απόλλωνα, το ίδιο μπορούμε να υποστηρίξουμε και για τους κατοίκους της Καληδονίας.
Ενδυμασία των Καληδόνων είναι η Σκοτσέζικη φούστα. Ανάλογη ενδυμασία ήταν εκείνη των Μηκυναίων οπλιτών.
Η Γκάϊντα, το μουσικό όργανο των Σκοτσέζων είναι πανομοιότυπο του Άσκαυλου των προγόνων μας και ο χορός τους είναι παρόμοιος με τον πυρρίχιο χορό των αρχαίων Ελλήνων.

4. Ελληνικές Ονομασίες

Η παρουσία των Αρχαίων Ελλήνων στην Καληδονία – Σκωτία πιστοποιείται και από τις πολλές ελληνικές ονομασίες φυλών, πόλεων και γεωγραφικών στοιχείων. Οι ονομασίες αυτές βρίσκονται στον Γεωγραφικό χάρτη της Βορείου Ευρώπης του Κλαύδιου Πτολεμαίου (108-168 μ.Χ.), γεωγράφου από την Αλεξάνδρεια.

Οι ονομασίες αυτές αναφέρονται και στους Γεωγραφικούς χάρτες που έκαναν οι Ρωμαίοι τον 1ο μ.Χ. αιώνα.
Οι ονομασίες αυτές είναι περίπου ογδόντα (80). Από αυτές εμείς θα αναφέρουμε τις πιο χαρακτηριστικές:

Ορκάδες Νήσοι – Όρκη = Γένος Κητωδών
Επίδιον Άκρον – Παρατηρητήριο
Ίλα (εκβολή ποταμού) – Ίλας, Ίλιον
Όχθη Υψηλή, πόλης
Πτερωτόν Στρατόπεδο, πόλης
Τίνα (εκβολή ποταμού) – Τινάσσω
Λεμανόννιος κόλπος
Ίννα εισχύσις – ίννος = παιδί
Ταμεία = ταμείον
Λίνδον = Λίνδος = πόλη της Ρόδου
Άλαβνα – Άλη = πλάνη
Κόρδα – Χορδή
Καρβαντορίγον – Κάρβας = Βόρειος άνεμος
Κούρια – Κούρειο = ιερό μέρος
Κούρος = νεαρός
Κούριον = Πόλη του Κουρίου Απόλλωνα
Λούγοι – Λίγη = φως
Σμέρται – Σμέρδος = είδος ψαριού
Καίριος = έγκαιρος
Καίρηνοι – Καιρέα = πόλης στην Ετρουρία
Κερύνεια = πόλης της Κύπρου
Δεκάνται – Δεκανοί = αξιωματικοί = θεότητες ζωδίων
Καρνονάκαι – Κάρνου = κέρατο
Κάρνος = πρόβατο
Νάκος = δέρμα προβάτου
Καληδόνιος – Καλυδών = τόπος υδάτων
Κρέωνες – Κρέων = βασιλεύς
Δαμνόνιοι – Δαμνεύς, επίδαμνος
Νοουάνται – Νέος
Πίκτοι – Πηκτός – πήγνυμι = παχύρευστος
Πηκτίς ίδος = Μουσικό όργανο

5. Σχέσεις Καληδόνων με τους Άγγλους

Στα παλιά τα χρόνια προτού οι Ρωμαίοι προσπαθήσουν να κατακτήσουν τη Βρετανία, οι κάτοικοί της είχαν το ομόθρησκο και το ομόγλωσσο. Τούτο αναφέρεται από τον Τάκιτο. Αναφέρεται ακόμη ότι στην ομιλία του ο Αρχηγός των Καληδόνων Calgacus λέγοντας τους ότι «η μάχη αυτή μεταξύ μας και των Ρωμαίων, μπορεί να φέρει την απελευθέρωση όλης της Βρετανίας».
Καταρράκτες Καληδονίας

Συνεπώς πρέπει να υπήρχε συγγένεια και φιλία μεταξύ των λαών της Βρετανίας και να συναισθάνονται ότι ανήκουν στην ίδια φυλή.
Όταν τον 5ο αιώνα έφυγαν οι Ρωμαίοι από τη Βρετανία, πρέπει να υπήρχε μια διαφορά μεταξύ των κατοίκων που ζούσαν Βόρεια του Hadrian Wall (τείχος του Ανδριανού) και εκείνους που ζούσαν Νότια.
Οι Βόρειοι, οι Καληδόνες ήσαν οι ελεύθεροι, οι αδούλωτοι στους Ρωμαίους.
Οι Νότιοι ήσαν οι δούλοι των Ρωμαίων. Ήταν οι σκλαβωθέντες και δεν θα ήσαν τόσο περήφανοι όσο οι Βόρειοι.

Μα οι Νότιοι ήσαν πολύ περισσότεροι. Είχαν καλύτερη και περισσότερη γη να καλλιεργήσουν και μπορούσαν εύκολα να αναπτύξουν την κτηνοτροφία. Και ένας λαός που έχει ανεπτυγμένη τη γεωργία και τη κτηνοτροφία, εύκολα μπορεί να αναπτύξει το εμπόριο, τη βιομηχανία, την επιστήμη και γενικά να γίνει ένας προοδευμένος λαός. Αντίθετα οι Βόρειοι, δεν είχαν και τόσο αυτές τις ευκολίες. Δυσκολότερη η ζωή τους στις κακοτράχαλες και δύσβατες περιοχές τους. Όταν ο πληθυσμός τους ξεπερνούσε τα 4 εκατομμύρια, ήσαν υποχρεωμένοι να εγκαταλείψουν τον τόπο τους και να βρουν αλλού τόπο να ζήσουν. Τούτο συνέβη με τους ΠΙΚΤΕΣ της Καληδονίας που πήγαν οι περισσότεροι στην Ιρλανδία για να βρουν καλύτερη ζωή.
Τον 6ο αιώνα μ.Χ. όσοι από τους ΠΙΚΤΕΣ έμειναν και όλοι οι Καληδόνες προσηλυτισθήκαν στον Χριστιανισμό. Έτσι το ομόθρησκο μεταξύ των Βορείων και Νοτίων συνεχίστηκε.
Τον 8ο αιώνα μ.Χ. εισέβαλαν στη Βρετανία οι Σκανδιναβοί και εδημιούργησαν το κράτος της Βρετανίας, που περιλάμβανε τους Νότιους και τους Καληδόνες.
Οι Καληδόνες δεν το δέχθηκαν και άρχισαν πόλεμο εναντίον των Νοτίων, των Άγγλων, για την ανεξαρτησία τους.
Το 1314 μ.Χ. οι Βόρειοι νίκησαν τους Νότιους και αναγνωρίστηκαν ανεξάρτητοι.
Το 1707 μ.Χ. ενώθηκαν τα δύο Βασίλειά τους, έτσι δημιουργήθηκε το Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας.
Οι Βόρειοι δεν θα έχουν δική τους βουλή, αλλά θα συμμετέχουν στο Αγγλικό Κοινοβούλιο, που αποτελείται από 630 βουλευτές με 71 Σκώτους βουλευτές.
Άλλοι 16 Σκώτοι αντιπρόσωποι συμμετέχουν στη Βουλή των Λόρδων, που αποτελείται από 1000 περίπου αντιπροσώπους.
Παρά το γεγονός αυτό, υπήρξαν πολλές αντιδράσεις από τους Βόρειους στην ένωση των δύο Βασιλείων. Έγιναν δύο δυναμικές εξεγέρσεις το 1715 και 1746 με πολλές απώλειες εκατέρωθεν.
Οι αντιδράσεις αυτές συνεχίζονται μέχρι σήμερα.
Το 1968 το Σκωτικό Εθνικό Κόμμα πλειοψήφισε στις εκλογές Τοπικών Αρχόντων και η προσπάθεια δημιουργίας χωριστού κράτους που να εκπροσωπείται στον ΟΗΕ συνεχίζεται.
του Ρένου Θ. Κυριακίδη,
Φυσιογνώστη
Πηγή: «Ενατενίσεις», Περιοδική Έκδοση Ιεράς Μητροπόλεως Κύκκου και Τηλλυρίας, Τεύχος 5ο, Μάΐος – Αύγουστος 2008

Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2017

Η ιστορία που κρύβεται πίσω από τους Βαλκανικούς πολέμους

Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι ήταν δύο πόλεμοι που έγιναν στα Βαλκάνια το 1912-1913 στους οποίους αρχικά η Βαλκανική Συμμαχία (Σερβία, Μαυροβούνιο, Ελλάδα και Βουλγαρία) επιτέθηκε και απέσπασε από την Οθωμανική Αυτοκρατορία τη Μακεδονία και το μεγαλύτερο μέρος της Θράκης, ενώ στη συνέχεια, μετά τις διαφωνίες μεταξύ των νικητών για τον τελικό διαμοιρασμό των εδαφών, ξέσπασε δεύτερος πόλεμος (αυτή τη φορά με τη συμμετοχή και της Ρουμανίας) από τον οποίο βγήκε ηττημένη η Βουλγαρία, χάνοντας το μεγαλύτερο μέρος των εδαφών που είχε αρχικά κατακτήσει.


ΓΕΝΙΚΗ ΒΑΛΚΑΝΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
1903: Αυστροουγγαρία και Ρωσία υπογράφουν το Πρόγραμμα Μυρστέγκ που αφορά μεταρρυθμίσεις για τη Μακεδονία. Αναταραχή στη Σερβία. Δολοφονείται ο βασιλιάς Αλέξανδρος, του οίκου Ομπρένοβιτς, από συνωμότες αξιωματικούς. Η εθνική συνέλευση εκλέγει βασιλιά τον Πέτρο Καραγιώργιεβιτς, που αναλαμβάνει ηγετικό ρόλο στα μετέπειτα δρώμενα. Η Βουλγαρία σε επαναστατικό κίνημα. Οι Τούρκοι συλλαμβάνουν Βούλγαρους κομιτατζήδες.

1904: Μεταξύ Σερβίας και Μαυροβουνίου υπογράφεται η Συμφωνία του Κέτινγε (Cetinje), που αφορά συμφέροντα επί της Μακεδονίας. Ακολουθεί η (μυστική) Συμφωνία του Βελιγραδίου (1904) (συμμαχία Σερβίας-Βουλγαρίας), της οποίας συνέχεια είναι η Συνθήκη του Βελιγραδίου (1904). Η Βουλγαρία αποτελεί εξαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι επίβουλες δραστηριότητές της σε βάρος αλλοεθνών πληθυσμών και πιο πολύ ελληνογενών, πολλαπλασιάζονται. Η Βουλγαρική κυβέρνηση εξαπολύει έντονη προπαγάνδα στους λαούς της Ευρώπης παρουσιάζοντας τη Μακεδονία ως Βουλγαρική. Η Κυβέρνηση Θεοτόκη αντιδρά. Δημιουργείται το Ελληνικό αμυντικό κομιτάτο. Ο βασιλιάς Γεώργιος Α’ και η κυβέρνηση Θεοτόκη το υποστηρίζουν. Έναρξη Μακεδονικού Αγώνα. Θάνατος του Παύλου Μελά. Μέχρι το τέλος του έτους, η Βουλγαρία έχει προσαρτήσει 130 ελληνικές κοινότητες. Παράλληλα η Ιταλία και η Αυστροουγγαρία υπογράφουν τη Συμφωνία Αμπατσίας για την «Αδριατική ισορροπία». Επίσης μεταξύ Βουλγαρίας και Τουρκίας υπογράφεται η Συνθήκη της Σόφιας (1904), που αφορά πολιτική προσέγγιση και αμνηστία στους Βούλγαρους επαναστάτες.
1906: Ο ελληνικός ένοπλος αγώνας στη Μακεδονία έχει επικρατήσει. Οι Βούλγαροι εξαπολύουν στη συνέχεια συμμορίες κατά Ελλήνων στην Ανατολική Ρωμυλία, ενώ τον Ιούνιο επέδραμαν στη Φιλιππούπολη, Αγχίαλο και Βάρνα. Ακολουθούν σφαγές πυρπολήσεις και διωγμός Ελλήνων. Η Ελλάδα ξεκινά επίσημα, (πρώτη βαλκανική Χώρα), προγράμματα στρατιωτικού εξοπλισμού κι εκπαίδευσης.


Έλληνες ένοπλοι στο βάλτο των Γιαννιτσών (1904-1908)

1907: Μεταξύ Ελλήνων κι Αλβανών υπογράφεται η Δήλωση Συνεννόησης (1907) που περισσότερο αφορά σύσφιξη σχέσεων. Οι μονάρχες Ρωσίας και Αυστρίας υπογράφουν τη Συμφωνία του Ιτσλ, για διατήρηση του «Status Quo» στα Βαλκάνια. από την οποία και ακολουθεί η διακοίνωση Ρωσίας-Αυστρίας προς τις κυβερνήσεις Αθηνών, Βελιγραδίου και Σόφιας.
1908: Η Βουλγαρία, με την υποστήριξη της Αυστροουγγαρίας ανακηρύσσεται ανεξάρτητο Βασίλειο. Ο Σουλτάνος, υπό την πίεση των Ρώσων, αναγκάζεται να το αναγνωρίσει. Βασιλιάς αναλαμβάνει ο Φερδινάνδος, που ξεκινά αμέσως πρόγραμμα στρατιωτικού εξοπλισμού και εκπαίδευσης. Ακολουθεί η Συμφωνία Σόφιας (1908) μεταξύ Βουλγαρίας και Τουρκίας που αφορά μουσουλμανικά προνόμια, όχι όμως και των Ελλήνων. Παρ’ όλα αυτά νέες βουλγαρικές συμμορίες εισχωρούν στη Μακεδονία. Οι δολοφονίες πολλαπλασιάζονται, μεταξύ των θυμάτων και ο Μητροπολίτης Κορυτσάς Φώτιος. Στις 11 Ιουνίου του 1908 συστήθηκε το Νεοτουρκικό κομιτάτο που στρέφεται κατά του Σουλτάνου Χαμίτ Β’ με κύριο αίτημα την παραχώρηση συντάγματος. Με την ανακήρυξη Συνταγματικού Πολιτεύματος παύει και επίσημα ο Μακεδονικός Αγώνας.



Ερείπια σπιτιών στο Γραδεμπόρι από τους κομιτατζήδες (1903-1908)

1909: Από τις αρχές του έτους το Νεοτουρκικό κομιτάτο φέρεται να έχει επικρατήσει. Ένταση μεταξύ Τουρκίας και Βουλγαρίας, υπογράφονται τα δύο Πρωτόκολλα Πετρούπολης (1909). Ακολουθεί η (μυστική) Συνθήκη Πετρούπολης (1909) μεταξύ Ρωσίας και Βουλγαρίας. Η σχέση του Νεοτουρκικού κομιτάτου με την Ελλάδα αρχίζει να εκτραχύνεται, στην προσπάθεια των Νεότουρκων για κατάργηση της αυτονομίας της Κρήτης και την επαναφορά της στην Οθωμανική κυριαρχία. Ο Σουλτάνος, μη αναγνωρίζοντας επίσημα τους Νεότουρκους, εξαναγκάζει και την επίσημη Ελλάδα σε απευθείας υποσχετικές δηλώσεις και διπλωματικές υποχωρήσεις στα αιτήματα των Νεότουρκων. Στάση που θα επηρεάσει έντονα τα εσωτερικά γεγονότα της Ελλάδας, με στρατιωτική επανάσταση.



Μεχμέτ Ταλαάτ πασάς, ένας από τους πρωτεργάτες του κινήματος των Νεότουρκων

1910: Το Μαυροβούνιο αναγνωρίζεται Βασίλειο. Βασιλιάς αναλαμβάνει ο ηγεμών Νικήτας με σαφείς βλέψεις προέκτασης της χώρας του.
1912: Διάβημα Αυστρίας (1912) προς Ιταλία γι’ αποφυγή εμπλοκής στα Βαλκάνια. Υπογράφεται η Συνθήκη Φιλίας-Συμμαχίας Σόφιας μεταξύ Σερβίας και Βουλγαρίας και ακολουθεί η Συνθήκη Αμυντικής Συμμαχίας Σόφιας μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας. Τον Ιούνιο συνέρχεται το Συνέδριο Πάτμου (1912), που εκφράζει τον διακαή πόθο της ένωσης της Δωδεκανήσου με την Ελλάδα. Ξεκινά η Διάσκεψη του Βουκουρεστίου, που θα ολοκληρωθεί τον Αύγουστο του 1913. Τέλος, στις 18 Ιουνίου γίνεται η περίφημη Συμφωνία των Χριστιανικών Κρατών του Αίμου, που αφορά τη συμμαχία μεταξύ Σερβίας, Βουλγαρίας, Ελλάδας και Μαυροβουνίου.

ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ
Κατ’ αρχήν κύριος μοχλός της στρατιωτικής προετοιμασίας, ήταν το αποτέλεσμα του Ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897, που τα συμπεράσματα που βγήκαν από τη μελέτη του οδήγησαν την τότε στρατιωτική και πολιτική ηγεσία της Ελλάδας στην αναδιοργάνωση των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, αλλά και στην αύξηση της εκπαίδευσης με παράλληλο εκσυγχρονισμό των πολεμικών μέσων. Ένας δεύτερος μοχλός υπήρξε ο συνεχιζόμενος Μακεδονικός Αγώνας, και τρίτος μοχλός ήταν το Κρητικό ζήτημα. Πέρα όμως αυτών, τα διάφορα παράλληλα γεγονότα που συνέβαιναν τότε στα Βαλκάνια, δεν άφηναν καμία αμφιβολία ότι τα σύννεφα ενός γενικευμένου πολέμου δεν θα αργούσαν να φανούν. Και βέβαια η Ελλάδα δεν μπορούσε να αγνοήσει και τους ελληνογενείς πληθυσμούς της Μακεδονίας που υπέφεραν κυρίως από τις βουλγαρικές βαρβαρότητες.



Το 1900 επί κυβέρνησης Γεωργίου Θεοτόκη, που ανέλαβε το 1899, συστήθηκε η «Γενική Διοίκηση Στρατού», υπό τον τότε διάδοχο Κωνσταντίνο. Το 1904 εγκρίνεται και ψηφίζεται ο νέος οργανισμός του στρατού, σύμφωνα με τον οποίον ο ελληνικός στρατός συγκροτείται από τρεις Μεραρχίες. Παράλληλα δημιουργείται το «Ταμείο Εθνικής Αμύνης» από τους πόρους του οποίου παραγγέλθηκαν 60.000 τυφέκια Μάνλιχερ. Η συνολική δύναμη του ελληνικού «εν ενεργεία» στρατού ανερχόταν μέχρι τότε σε 18.000 άνδρες, από τους οποίους οι 8.000 ήταν αποσπασμένοι σε Βασιλική Χωροφυλακή, μεταβατικά αποσπάσματα, φρουρές φυλακών, Τελωνοφυλακή, ακόμη και Αγροφυλακή. Η υπόλοιπη στρατιωτική δύναμη ήταν κατανεμημένη σε διάφορες πόλεις της χώρας, σε τέτοια διασπορά όμως, που ήταν αδύνατη η εκπαίδευση των μονάδων.


Το 1906, μετά τη βελτίωση των δημοσίων οικονομικών, πάρθηκαν και τα πρώτα σοβαρά μέτρα στρατιωτικής ανασυγκρότησης τα οποία και εξακολούθησαν να επιταχύνονται κατά τη διάρκεια της μακράς θητείας της κυβέρνησης Θεοτόκη. Το Ταμείο Εθνικής Αμύνης με μια σειρά διαταγμάτων προικοδοτήθηκε με νέους πόρους έτσι ώστε να καταστεί δυνατή η παραγγελία άλλων 40.000 ακόμη τυφεκίων Μάνλιχερ που παραλήφθηκαν το ίδιο έτος, ενώ πάρθηκε δάνειο 20.000.000 δρχ. που διατέθηκε στο παραπάνω Ταμείο για παραγγελίες υλικού επιστράτευσης και κατασκευή αποθηκών. Το ύψος εκείνων των παραγγελιών, καθώς και των τριών επομένων ετών (επί Θεοτόκη), ανήλθε στο συνολικό ποσό των 77.000.000 δρχ. Έτσι το 1909, όταν μετά τη παραίτηση του Γ. Θεοτόκη ανέλαβε ο Δ. Ράλλης, ο ελληνικός στρατός είχε παραλάβει συνολικά: 100.000 τυφέκια Μάνλιχερ, 7.000 αραβίδες Μάνλιχερ, 10 πυροβολαρχίες ταχυβόλων, 36.000.000 φυσίγγια νέου τυφεκίου, όπως και υλικό επιστράτευσης για δύναμη τριών μεραρχιών και κάποια δευτερεύοντα είδη που δεν είχαν ακόμη παραληφθεί.

ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΤΩΝ ΝΕΟΤΟΥΡΚΩΝ (1908)
Η αρχή του 20ου αιώνα, σημαδεύτηκε από δύο στρατιωτικά κινήματα, που έμελλαν να σφραγίσουν τη μοίρα εκατομμυρίων ανθρώπων στην Ελλάδα και στην Τουρκία. Το ένα κίνημα, το κίνημα των Νεότουρκων του Κομιτάτου «Ένωση και Πρόοδος», έγινε το 1908 με στόχο την κατάργηση του θεοκρατικού καθεστώτος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και την αντικατάστασή του με ένα καθεστώς, ευρωπαϊκού τύπου. Το κίνημα αυτό ξεκίνησε με τους καλύτερους οιωνούς για τις μειονότητες της Τουρκίας, αφού δεσμευόταν για ίσα δικαιώματα όλων των πολιτών ανεξαρτήτου θρησκείας και υποσχόταν φιλελεύθερη πολιτική. Όταν όμως οι Νεότουρκοι κατέλαβαν την εξουσία, προέβησαν σε μία απίστευτης βαρβαρότητας εξόντωση όλων των χριστιανών της τουρκικής επικράτειας, που ξεκίνησε με την τριανδρία Ισμαήλ Ενβέρ-Αχμέτ Τζεμάλ-Ταλαάτ και κορυφώθηκε με την εμφάνιση του εθνικιστικού κινήματος του 1921 υπό την ηγεσία του Κεμάλ Ατατούρκ. Ό,τι δεν κατάφεραν οι σουλτάνοι και οι βεζίρηδες των θεοκρατικών καθεστώτων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας σε 5 αιώνες, το κατάφεραν οι ευρωπαϊστές – εκσυγχρονιστές Τούρκοι μέσα σε 8 μόλις χρόνια (1914-1922), με την ανοχή και τη συνεργασία πολλές φορές των ευρωπαϊκών «πολιτισμένων» κρατών. Πέτυχαν το βίαιο ξερίζωμα χιλιόχρονων πολιτισμών και τη γενοκτονία πανάρχαιων λαών, όπως ήταν οι Αρμένιοι, οι Ασσύριοι και οι Έλληνες.

Μία χαρακτηριστική περίπτωση ήταν η ολοκληρωτική καταστροφή της Φώκαιας (γενέτειρας της Μασσαλίας) την 14η Ιουνίου 1914 που καταγράφηκε από τον Γάλλο αρχαιολόγο Φέλιξ Σαρτιώ, που βρισκόμενος στη Φώκαια ενημέρωσε για τις σφαγές και τις λεηλασίες, τη γαλλική κοινή γνώμη. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο ανακήρυξε την εκκλησία σε διωγμό τον Μάιο του 1914. Η κατάσταση χειροτέρευσε με την είσοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο στα τέλη Οκτωβρίου 1914. Σε πολλές εκθέσεις και αναφορές πρεσβευτών ουδέτερων χωρών αναφέρεται ο ρόλος της Γερμανίας στην παρότρυνση της οθωμανικής κυβέρνησης να εφαρμόσει μαζική εθνοκάθαρση με όλα τα χαρακτηριστικά που σήμερα θεωρείται ότι συνιστούν «Εθνοκάθαρση ή Γενοκτονία».

Έλληνες αντάρτες και Τούρκοι αξιωματικοί μετά την επικράτηση την Νεότουρκων
και τη κατάπαυση των εχθροπραξιών

ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΣΤΟ ΓΟΥΔΙ (1909)
Στην αντίπερα όχθη του Αρχιπελάγους, στις 15 Αυγούστου 1909, έγινε το κίνημα στο Γουδί, όπου συμμετείχαν περίπου 2.000 αξιωματικοί και στρατιώτες. Ανάμεσα στους στασιαστές ήταν ο Θεόδωρος Πάγκαλος κι ο λαοφιλής Σπύρος Σπυρομήλιος (ο Καπετάν Μπούας του Μακεδονικού Αγώνα). Απογοητευμένοι από τη διαφθορά και την ανικανότητα των πολιτικών, από την οικονομική δυσπραγία, την ήττα του 1897 και την αδράνεια στο μακεδονικό και στο κρητικό ζήτημα, Έλληνες αξιωματικοί του «Στρατιωτικού Συνδέσμου» με επικεφαλής τον συνταγματάρχη Ν. Ζορμπά στασίασαν ζητώντας την παραίτηση της κυβέρνησης και την επιβολή νέων μέτρων. Η επανάσταση στο Γουδί, βρήκε ευρεία απήχηση στις λαϊκές μάζες, ενώ η εφημερίδα «Ακρόπολις» έγραφε για: «Μία Ειρηνική Επανάσταση, που απηχεί με το εγερτήριο σάλπισμά της τις ελπίδες για ένα καλύτερο μέλλον, για μια νέα Ελλάδα, την εκμηδένιση των παλαιών τζακιών, την αναδιοργάνωση της εθνικής οικονομίας, την καλυτέρευση της θέσεως των εργαζομένων…».



Ακολουθούν τα κύρια σημεία της διακήρυξης του Στρατιωτικού Συνδέσμου:
«Προς την Α.Μ. τον βασιλέα, την Κυβέρνηση και τον Ελληνικό Λαό: Η πατρίς μας ευρίσκεται υπό δυσχερέστατες περιστάσεις, το δε επίσημο Κράτος, υβρισθέν και ταπεινωθέν, αδυνατεί να κινηθεί προς άμυνα των δικαίων του. Άπας ο Ελληνισμός, βαρυαλγών για τη λυπηρά ταύτη κατάσταση, εξεδήλωσε ότι ποθεί διακαώς τη λήψη συντόνων μέτρων προς αποτροπή παρομοίων κινδύνων στο μέλλον. Άλλωστε υπό ξένων ακόμη, επισήμων και μη, επανειλημμένως υπεδείχθη, ότι το Έθνος μας δεν θα υφίστατο τ’ ατυχήματα και τους εξευτελισμούς τους οποίους μέχρι τώρα υπέστη, αν είχαμε παρασκευασμένη προς άμυνα Στρατιωτική και Ναυτική Δύναμη επαρκή. Ο Σύνδεσμος των αξιωματικών του Εθνικού στρατού της Ξηράς και του Ναυτικού, εμφορούμενος από τα ίδια συναισθήματα και συναισθανόμενος, όπως όλοι οι Έλληνες, το δεινό των περιστάσεων και την προς άμυνα του πατρίου εδάφους και των δικαίων του Έθνους ανάγκη ύπαρξης αξιόμαχου στρατού και στόλου, γνωρίζοντας δε ότι από τους εκάστοτε αρμοδίους αμελήθηκε ο πλήρης καταρτισμός τους, όχι από κακή θέληση, αλλά με την αδικαιολόγητη πρόφαση της ανεπάρκειας των προσόδων του Κράτους, που κατασπαταλώνται εντούτοις εική και ως έτυχε, προβαίνει εις την υποβολή ιεράς παράκλησης προς τον Βασιλέα, τον -κατά τον θεμελιώδη Νόμο- Αρχηγό των κατά ξηρά και Θάλασσα στρατιωτικών δυνάμεων του κράτους, και προς την κυβέρνησή Του, όπως ολοψύχως επιδοθούν εις την άμεση και ταχεία ανόρθωση των κακώς εν γένει εχόντων, ιδία δε των του Στρατού και Ναυτικού. Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος δεν επιδιώκει την κατάργηση της Δυναστείας ή την αντικατάσταση του Βασιλέως… ουδέ επιθυμεί να εγκαθιδρύσει την απολυταρχία, ή την στρατοκρατία, ή να θίξει καθ’ οιονδήποτε τρόπο το Συνταγματικό Πολίτευμα, διότι οι αποτελούντες αυτόν αξιωματικοί είναι και αυτοί πολίτες Έλληνες και έχουν ορκισθεί εις την τήρηση του Συντάγματος. Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος ποθεί όπως η θρησκεία μας υψωθεί εις τον πρέποντα ιερό προορισμό της, όπως η Διοίκηση της Χώρας καταστεί χρηστή και έντιμος, όπως η Δικαιοσύνη απονέμεται ταχέως με αμεροληψία και ισότητα προς όλους γενικά τους πολίτες αδιακρίτως τάξης, όπως η Εκπαίδευση του Λαού καταστεί λυσιτελής για τον πρακτικό βίο και τις στρατιωτικές ανάγκες της Χώρας, όπως η ζωή, η τιμή και η περιουσία των πολιτών εξασφαλισθούν, και τέλος όπως τα οικονομικά ανορθωθούν, λαμβανομένων των απαιτουμένων μέτρων προς λελογισμένη διαρρύθμιση των εσόδων και εξόδων του Κράτους, ώστε αφενός μεν ο σχεδόν πενόμενος Ελληνικός λαός ανακουφισθεί από τους επαχθείς φόρους, τους οποίους ήδη καταβάλλει και οι οποίοι άσπλαχνα κατασπαταλώνται προς διατήρηση πολυτελών και περιττών υπηρεσιών και υπαλλήλων, χάρη της απαίσιας συναλλαγής, αφετέρου δε καθοριστούν θετικά τα όρια εντός των οποίων δύναται να αυξηθούν οι δαπάνες για τη στρατιωτική της Χώρας παρασκευή και δια τη συντήρηση του στρατού και του στόλου εν ειρήνη….».



ΑΝΟΔΟΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ
Οι στρατιωτικοί πολύ ορθά δεν επιθυμούσαν να αναλάβουν οι ίδιοι κυβερνητικό έργο, απλά έψαχναν μία κυβέρνηση που θα έφερνε σε πέρας το πρόγραμμα του Στρατιωτικού Συνδέσμου. Οι παλαιοί πολιτικοί Θεοτόκης και Ράλλης είχαν παραιτηθεί και ο Ζορμπάς κάλεσε έναν πολιτικό, που είχε δείξει αποφασιστικότητα και πυγμή στο κρητικό ζήτημα και που δεν ήταν άλλος από τον Ελ. Βενιζέλο. Ο κρητικός πολιτικός έφθασε στην Αθήνα στο τέλος του έτους και απέρριψε την αίτηση να ανακηρυχθεί δικτάτωρ ή να αναλάβει την πρωθυπουργία. Στις 10 Ιανουαρίου 1910 ανέλαβε πρωθυπουργός ο Στέφανος Δραγούμης, με υπουργό στρατιωτικών το Νικόλαο Ζορμπά και ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος διαλύθηκε. Τον Αύγουστο του 1910 έγιναν βουλευτικές εκλογές με αντιπάλους πολιτικούς που εξέφραζαν τα παλαιά κόμματα (Θεοτόκης, Ράλλης, Ζαΐμης) και νέους πολιτικούς όπως ήταν ο Βενιζέλος. Μετά από τις επαναληπτικές εκλογές για Αναθεωρητική Βουλή (12 Οκτωβρίου 1910), ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ηγέτης του κόμματος των Φιλελευθέρων, εξασφάλισε 307 από τις 362 έδρες στη νέα Βουλή αναλαμβάνοντας έτσι για πρώτη φορά την πρωθυπουργία της χώρας.
Άρχιζε μια νέα εποχή: «Έρχομαι απλός σημαιοφόρος νέων πολιτικών ιδεών και υπό τη σημαία ταύτη καλώ όλους εκείνους, οι οποίοι συμμερίζονται τις ιδέες αυτές, εμπνέονται από τον ιερό πόθο να αφιερώσουν όλες τις δυνάμεις της ψυχής και του σώματος, να συντελέσουν εις την επιτυχία των ιδεών τούτων. Η ιθύνουσα την πολιτεία μου κεντρική αρχή είναι ότι ο πολιτικός ανήρ οφείλει να έχει γνώμονα πάσης αυτού πράξης το κοινό συμφέρον και εις το συμφέρον τούτο να υποτάσσει άνευ ενδοιασμού το συμφέρον του κόμματος στο οποίο ανήκει, ότι οφείλει να έχει πάντοτε το θάρρος των γνωμών αυτού, μηδέποτε διαψεύδων ταύτας δια να γίνεται αρεστός προς τα άνω ή προς τα κάτω, ότι προς την εξουσία πρέπει να αποβλέπει όχι ως σκοπό, αλλά ως μέσο προς επιτυχία άλλου ψηλότερου σκοπού…».


ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ
Ο Βενιζέλος ως πρωθυπουργός εξασφάλισε μεγάλο γαλλικό δάνειο για την ανόρθωση των οικονομικών και για την προμήθεια εξοπλισμών οδηγώντας τη χώρα σε εσωτερική ανασυγκρότηση, περαιτέρω εκβιομηχάνιση και πολιτική σταθερότητα. Ρυθμίστηκαν θέματα που αφορούσαν τους αγρότες, την εργατική τάξη, τα δικαιώματα των γυναικών και την αναδιοργάνωση του στρατού, που είχε χάσει το γόητρό του μετά τον πόλεμο του 1897. Γάλλοι ανέλαβαν την εκπαίδευση του στρατού και Βρετανοί ανέλαβαν την οργάνωση του στόλου. Τον Μάρτιο του 1912, επανήλθε ως αρχηγός του στρατεύματος ο διάδοχος Κωνσταντίνος. Το θωρηκτό «Γεώργιος Αβέρωφ» έφθασε στο Φάληρο το Σεπτέμβριο του 1911 και θα αποτελούσε την πιο σύγχρονη μονάδα του ελληνικού στόλου απέναντι στον οθωμανικό. Στο εσωτερικό, εκτός των άλλων, υπήρχε το πρόβλημα του γλωσσικού ζητήματος με τη διαμάχη για την καθιέρωση ως επίσημης γλώσσας της καθαρεύουσας ή της δημοτικής. Περίφημη είναι η φράση του δημοτικιστή Λορέντζου Μαβίλη: «Δεν υπάρχει χυδαία γλώσσα. Υπάρχουν χυδαίοι άνθρωποι».


Στο εξωτερικό, η Βουλγαρία είχε ανακηρυχθεί σε ανεξάρτητο βασίλειο, η αυτόνομη Κρητική Πολιτεία είχε κηρύξει την ένωσή της με την Ελλάδα, ενώ οι χριστιανικοί πληθυσμοί της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, που είχαν χαιρετίσει με ικανοποίηση την επανάσταση των Νεότουρκων, είδαν τις ελπίδες να διαψεύδονται οικτρά, καθώς άρχιζαν οι πρώτες διώξεις και η κατάργηση των προνομίων τους από το νέο καθεστώς. Οι μεγάλες αποικιακές δυνάμεις της Ευρώπης προσπαθούσαν να επεκταθούν στις ηπείρους της Αφρικής και της Ασίας, η μία σε βάρος της άλλης και ήταν έτοιμες να κατασπαράξουν το πτώμα του «Μεγάλου Ασθενούς», που δεν ήταν άλλος από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η Ιταλία που δεν ήθελε να μείνει αμέτοχη στην αποικιοκρατική επέκταση κήρυξε τον πόλεμο στην Υψηλή Πύλη και στις 5 Οκτωβρίου 1911 κατέλαβε την Τρίπολη της Λιβύης ενώ τον επόμενο χρόνο θα καταλάμβανε τα Δωδεκάνησα. Οι Σάμιοι, με ηγέτη τον Θεμιστοκλή Σοφούλη, εξεγέρθηκαν ζητώντας την ένωση με τη μητέρα Ελλάδα και ακολούθησε αντίστοιχη εξέγερση και στην Ικαρία.

Κουντουριώτης-Βενιζέλος-Δαγκλής

Οι νέες συνθήκες της εποχής οδήγησαν σε προσέγγιση τις όμορες προς την αυτοκρατορία χώρες της Βουλγαρίας, της Σερβίας και της Ελλάδος. Από το φθινόπωρο του 1911 τα βαλκανικά αυτά κράτη επιδόθηκαν σ’ ένα μαραθώνιο μυστικών διαπραγματεύσεων, που κατέληξαν σε μία σειρά από διμερείς συνθήκες και στρατιωτικές συμβάσεις. Στην Αθήνα, πλην του Βενιζέλου, του βασιλιά Γεωργίου Α’, του υπουργού εξωτερικών Γρυπάρη και του πρεσβευτή στη Σόφια Δημητρίου Πανά, ελάχιστοι γνώριζαν για την ύπαρξη μυστικών διαπραγματεύσεων. Η Ρωσία, με παραδοσιακούς συμμάχους τη Σερβία και τη Βουλγαρία, προσπαθούσε να κατεβεί νότια αρπάζοντας εδάφη της καταρρέουσας Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Εμπόδιο σταθερό, κάτι που άλλωστε ισχύει και σήμερα, θα έβρισκε τη «Γηραιά Αλβιόνα», που δεν θα επέτρεπε την κάθοδο της Ρωσίας στη Μεσόγειο. Αυτός ήταν και συνεχίζει να είναι ο λόγος για τον οποίο η Αγγλία υποστήριζε και ενίσχυε την Τουρκία. Η πολιτική αυτή είναι σταθερή από παλαιότερα και είναι γνωστή άλλωστε η φράση του Βρετανού Πρέσβη Σερ Λάιονς, σ’ ένα υπόμνημά του (1844): «Μια ανεξάρτητη Ελλάδα είναι παραλογισμός. Η Ελλάδα θα είναι είτε ρωσική, είτε αγγλική. Κι αφού δεν πρέπει να είναι ρωσική, θα είναι αγγλική». Ο Βενιζέλος θα ήταν αυτός που θα δενόταν σταθερά με το άρμα της Βρετανίας σε ολόκληρη την πολιτική του καριέρα.
 
ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΒΑΛΚΑΝΙΚΗΣ ΣΥΜΜΑΧΙΑΣ
Τον Μάρτιο του 1912 η Σερβία και η Βουλγαρία, με την έγκριση της Γερμανίας, υπέγραψαν συμμαχία κατά της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Βάσει της συμφωνίας σε περίπτωση νίκης επί των Τούρκων, η Βουλγαρία θα προσαρτούσε τα εδάφη ανατολικά του Στρυμόνα, η Σερβία τα εδάφη βόρεια του όρους Σκάρδος. Οι δύο χώρες δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν για το μοίρασμα των εδαφών της Μακεδονίας. Στη συμμαχία προστέθηκε αργότερα και το Μαυροβούνιο. Ο Βενιζέλος που ήταν τότε πρωθυπουργός της Ελλάδας, θεωρώντας ότι, αν ξεσπάσει ένοπλη σύγκρουση στα Βαλκάνια χωρίς Ελληνική συμμετοχή θα χανόταν για πάντα η δυνατότητα να υλοποιηθούν οι ελληνικές εθνικές διεκδικήσεις στη Μακεδονία και τη Θράκη, υπέγραψε τον Μάιο του 1912 αμυντική συμμαχία με τη Βουλγαρία. Οι δύο χώρες επίσης δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν για το μοίρασμα των εδαφών της Μακεδονίας και συναίνεσαν απλώς στο να κρατήσει κάθε χώρα όσα εδάφη θα κατάφερνε να αποσπάσει από την Οθωμανική αυτοκρατορία. Ένας παράγοντας που ώθησε τη Βουλγαρική ηγεσία να δεχθεί τέτοιου είδους συμφωνία ήταν το γεγονός ότι η ήττα της Ελλάδας στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 είχε δημιουργήσει στους υπολοίπους Βαλκάνιους την πεποίθηση ότι ο Ελληνικός Στρατός δεν αποτελούσε υπολογίσιμο παράγοντα. Οι Βούλγαροι, που θεωρούσαν ότι είναι «οι Πρώσοι των Βαλκανίων», πίστευαν ότι στην καλύτερη περίπτωση ο Ελληνικός Στρατός θα κολλούσε στα σύνορα ή θα σημείωνε λίγες τοπικές επιτυχίες χωρίς πάντως να μπορέσει να διεκδικήσει με αξιώσεις εδάφη που αποτελούσαν στόχο της Βουλγαρίας. Δέχθηκαν όμως τη συμμαχία με την Ελλάδα, επειδή πίστευαν στο αξιόμαχο του Ελληνικού στόλου, που είχε τη δυνατότητα να εμποδίσει τη μεταφορά ενισχύσεων από τα λιμάνια της Μικράς Ασίας προς την Ευρωπαϊκή Τουρκία, όπως και πράγματι έκανε.

Με τις τολμηρές του διπλωματικές πρωτοβουλίες ο Βενιζέλος ήρθε σε αντίθεση με την ηγεσία του Υπουργείου Εξωτερικών, το οποίο (όπως και ο Ίων Δραγούμης) λόγω και του πρόσφατου Μακεδονικού αγώνα θεωρούσε πιο επικίνδυνο αντίπαλο τη Βουλγαρία και εξέταζε την περίπτωση συμμαχίας με την Τουρκία. Με δεδομένη την πρόσφατη περίοδο του Μακεδονικού αγώνα, την αντιπαλότητα με τη Βουλγαρία και γενικότερα με τους φορείς των ιδεών του πανσλαβισμού, στην ελληνική πολιτική ζωή κυριαρχούσε από τα τέλη του 19ου αιώνα η ιδέα του σλαβικού κινδύνου. Η Ελλάδα αντιμετώπιζε το δίλημμα, αν θα ήταν προτιμότερη η συμμαχία με τους Χριστιανούς Σλάβους εναντίον των Τούρκων ή αν η σλαβική απειλή ήταν τόσο επικίνδυνη ώστε θα έπρεπε να προτιμηθεί η συμμαχία με την καταρρέουσα Οθωμανική αυτοκρατορία, η οποία μετεξελισσόμενη θα μπορούσε ίσως και να κυβερνηθεί από Έλληνες.
 
Ο καταστροφικός πόλεμος του 1897 είχε επηρεάσει πολλούς, ανάμεσα τους και τον Ίωνα Δραγούμη που θεώρησε ότι το Ελληνικό κράτος είχε αποτύχει και ότι η πρόοδος του Ελληνισμού θα έπρεπε να αναζητηθεί με μία αυτοκρατορική λογική μέσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Οι απόψεις αυτές αποκορυφώνονται λίγο πριν τους Βαλκανικούς Πολέμους, όταν ο Ίων Δραγούμης απογοητευμένος από το Ελληνικό κράτος μιλάει πιο ιδεαλιστικά για «ανατολικό κράτος», απαξιώνοντας «το κρατίδιο», όπως αποκαλούσε την Ελλάδα. Αντίθετα ο Βενιζέλος, τέκνο της Κρήτης που είχε μόλις πρόσφατα αποκτήσει την αυτονομία της, εμφανιζόταν περισσότερο ως οπαδός του κλασσικού αλυτρωτισμού του 19ου αιώνα. Θέτοντας δε ως άμεσο στόχο την απελευθέρωση των Οθωμανικών κτήσεων στην Ευρώπη, χωρίς μάλιστα προηγούμενη συμφωνία για το μοίρασμα τους, άλλαξε άρδην την εξωτερική πολιτική. Η επιλογή του Βενιζέλου για συμμαχία με τη Βουλγαρία αποτελούσε μεγάλη τομή ειδικά για την παλιά γενιά του μακεδονικού αγώνα. Τελικά ο κρητικός πολιτικός κατάφερε να νικήσει τις αντιδράσεις της διπλωματικής γραφειοκρατίας, φροντίζοντας ταυτόχρονα να καταστήσει την χώρα ετοιμοπόλεμη, για να μην επαναληφθεί η τραυματική εμπειρία του 1897.
 
Η αλήθεια είναι ότι μετά την επανάσταση στο Γουδί ο Ελληνικός στρατός είχε βελτιώσει με πολύ γρήγορους ρυθμούς το επίπεδο εκπαίδευσης με την άφιξη ξένων (Γαλλικών) εκπαιδευτικών αποστολών, είχε ανανεώσει και εκσυγχρονίσει τον εξοπλισμό του, και είχε διοικητικά αναδιοργανωθεί με τη βελτίωση του συστήματος των προαγωγών των αξιωματικών και την απομάκρυνση των πριγκίπων από την ηγεσία. Ταυτόχρονα τέθηκε σε εφαρμογή και το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού του στόλου με αποκορύφωμα την αγορά του Θωρηκτού «Αβέρωφ».

Α’ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ
Δεν υπήρχε κάποιο ξεκάθαρο σχέδιο μεταξύ των βαλκανικών συμμάχων, για το πώς θα συνδυάσουν με λεπτομέρεια τις κινήσεις τους. Μόνη εξαίρεση ήταν οι κοινές επιχειρήσεις μεταξύ Σερβίας και Μαυροβουνίου, σχετικά με την κατάληψη του Νόβι Παζάρ. Ο πόλεμος στην ουσία ήταν 4 διαφορετικοί πόλεμοι μέσα στη Βαλκανική χερσόνησο. Η Οθωμανική αυτοκρατορία προσπάθησε να μεταφέρει στρατιώτες από την Ασία, για να ενισχύσει τις θέσεις της στην περιοχή των επικείμενων συγκρούσεων. Όμως, λόγω της ναυτικής υπεροχής της Ελλάδας στο Αιγαίο, αυτό δεν ήταν δυνατό να πραγματοποιηθεί. Έτσι αναγκάστηκε να παρατάξει τις αρχικές της δυνάμεις, χωρίς επιπλέον ενισχύσεις.
 
Τον Οκτώβριο του 1912, τα συμμαχικά βαλκανικά κράτη που επιτέθηκαν στην Τουρκία ήταν η Σερβία, η Ελλάδα, το Μαυροβούνιο και η θεωρητικώς ισχυρότερη όλων Βουλγαρία. Είχε προηγηθεί κοινό τελεσίγραφο προς την Πύλη με το οποίο απαιτούσαν, πέρα από την άμεση ανάκληση των τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων από τις παραμεθόριες περιοχές, και άλλες ρυθμίσεις και μεταρρυθμίσεις, όπως ήταν η επικύρωση της εθνικής αυτονομίας των εθνοτήτων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας με την αναλογική τους αντιπροσώπευση στο τουρκικό κοινοβούλιο, η αναγνώριση των χριστιανικών σχολείων σαν ισότιμα με τα μουσουλμανικά, ο διορισμός χριστιανών σε δημόσιες θέσεις κτλ. Το τελεσίγραφο απορρίφθηκε από την Πύλη και οι παραπάνω βαλκανικές χώρες κήρυξαν τον πόλεμο στην Τουρκία.
Το Μαυροβούνιο ήταν το πρώτο που κήρυξε τον πόλεμο στις 15 Οκτωβρίου 1912, με κύρια επιδίωξη την κατάληψη της Σκόδρας και δευτερεύοντα στόχο το Νόβι Παζάρ. Οι Βούλγαροι κατέλαβαν την Ανατολική Θράκη και η πορεία του στρατού τους ανακόπηκε μόνο στα προάστια της Κωνσταντινούπολης. Οι Σέρβοι κινήθηκαν νότια και κατέλαβαν τα Σκόπια και το Μοναστήρι, όπου συνάντησαν τον ελληνικό στρατό αργότερα. Η Ελλάδα αποβίβασε στρατό στη Χαλκιδική, αλλά το κύριο μέτωπο των δυνάμεών της κινήθηκε από Θεσσαλία προς Μακεδονία μέσω του στενού του Σαρανταπόρου.

ΔΙΑΓΓΕΛΜΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ Α’
Ο βασιλιάς Γεώργιος Α’ με διάγγελμά του κήρυξε τον πόλεμο στην Τουρκία:
«Προς τον λαό μου,
Οι ιερές υποχρεώσεις προς τη φιλτάτη πατρίδα, προς τους υπόδουλους αδελφούς μας και προς την ανθρωπότητα επιβάλλουν εις το Κράτος, μετά την αποτυχία των ειρηνικών προσπαθειών του προς επίτευξη και εξασφάλιση των ανθρώπινων δικαιωμάτων των υπό τον τουρκικό ζυγό Χριστιανών, όπως δια των όπλων θέσει τέρμα εις τη δυστυχία την οποία ούτοι υφίστανται από τόσους αιώνες. Η Ελλάς πάνοπλη μετά των συμμάχων αυτής εμπνεόμενων υπό των αυτών αισθημάτων και συνδεομένων δια κοινών υποχρεώσεων, αναλαμβάνει τον ιερό αγώνα του δικαίου και της ελευθερίας των καταδυναστευομένων λαών της Ανατολής. Ο κατά ξηρά και θάλασσα στρατός ημών με πλήρη συναίσθηση του καθήκοντος αυτού προς το έθνος και τη Χριστιανοσύνη, μνήμων των εθνικών αυτού παραδόσεων και υπερήφανος δια την ηθική αυτού υπεροχή κατ’ αξία αποδύεται μετά πίστεως εις τον αγώνα, όπως δια του τιμίου αυτού αίματος αποδώσει την ελευθερία εις τους τυραννημένους. Η Ελλάς μετά των αδελφών συμμάχων κρατών θα επιδιώξει πάση θυσία τον ιερόν αυτό σκοπό. Επικαλούμεθα δε την αρωγή του Υψίστου στον δικαιότατο τούτο αγώνα του πολιτισμού και ανακράζουμε
Ζήτω η Ελλάς! Ζήτω το Έθνος!»
Αθήναι 5 Οκτωβρίου 1912
ΓΕΩΡΓΙΟΣ
Το υπουργικό συμβούλιο: Ελευθέριος Βενιζέλος, Λ.Α. Κορομηλάς, Κ.Δ. Ρακτιβάν, Εμμ. Ρεπούλης, Ι.Δ. Τσιριμώκος, Αλ.Ν. Διομήδης, Ανδρ. Μιχαλακόπουλος.


Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ ΤΟ 1912
Η κατάσταση του ελληνικού στρατού είχε βελτιωθεί κατά πολύ από το 1897. Στις διοικήσεις των συνταγμάτων υπήρχαν απόφοιτοι της Σχολής Ευελπίδων, που είχαν εκπαιδευτεί από Γάλλους ανώτερους αξιωματικούς, ενώ το πεζικό είχε εφοδιαστεί με το καινούργιο όπλο τύπου Μάνλιχερ-Σενάουερ και πολυβόλο τύπου Σαρτλόζε. Αρχηγός του επιτελείου ορίσθηκε ο σουλιώτης Π. Δαγκλής, γιος του αγωνιστή της επανάστασης του 1821 Γ. Δαγκλή, υπαρχηγός τοποθετήθηκε ο Βίκτωρ Δούσμανης, με βοηθούς τους Ι. Μεταξά, Κ. Πάλλη και Ξεν. Στρατηγό. Από τις 30 Σεπτεμβρίου ο διάδοχος Κωνσταντίνος με το επιτελείο του είχαν εγκατασταθεί στη Λάρισα. Απέναντί του ο ελληνικός στρατός είχε να αντιμετωπίσει τουρκική δύναμη 50.000 ανδρών, υπό τον Ταξίν πασά.
Ο στρατός Θεσσαλίας, η συνολική δύναμις του οποίου ανερχόταν σε 100.000 περίπου άνδρες και 100 πυροβόλα, αποτελείτο από: 7 Μεραρχίες, υπό τη διοίκηση του Κωνσταντίνου, με διοικητές τους υποστράτηγους Εμμ. Μανουσογιαννάκη, Κ. Καλλάρη, Κ. Δαμιανό, Κ. Μοσχόπουλο και τους συνταγματάρχες Δ. Ματθαιόπουλο, Κ. Μηλιώτη-Κομνηνό και Κλεομένη Κλεομένους, 20 συντάγματα πεζικού, 1 σύνταγμα Κρητών, 1 τάγμα Ευζώνων, 3 Τάγματα Εθνοφρουράς, 4 συντάγματα πεδινού και 2 μοίρες ορειβατικού πυροβολικού. Ακόμη, ένα ανεξάρτητο σώμα υπό τη διοίκηση του συνταγματάρχη του Μηχανικού Στεφάνου Γεννάδη και μια ανεξάρτητη ταξιαρχία ιππικού, υπό τον υποστράτηγο εν εφεδρεία Αλέξανδρο Σούτσο. Επίσης το μηχανικό αποτελούνταν από 2 συντάγματα σκαπανέων, 1 τάγμα γεφυροποιών και 2 λόχους τηλεγραφητών. Τη δύναμη ενίσχυαν και 4 αεροσκάφη.
 

Ο Στρατός Ηπείρου, που ο ρόλος του θα ήταν δευτερεύων, αποτελείτο από την 8η Μεραρχία, υπό τον στρατηγό Κωνσταντίνο Σαπουντζάκη, 1 σύνταγμα πεζικού, 4 τάγματα Ευζώνων, 1 τάγμα Εθνοφρουράς, 1 Ίλη ιππικού, 1 μοίρα πεδινού, 1 ορειβατικού και 1 τοπομαχικού πυροβολικού. Επίσης πλαισιωνόταν και από ένα λόχο μηχανικού.

Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΣΤΟΛΟΣ ΤΟ 1912
Η κυβέρνηση Θεοτόκη προώθησε τη βελτίωση του ελληνικού στόλου. Δέκα χρόνια πριν, ο ελληνικός στόλος απαρτιζόταν από απαρχαιωμένα σκάφη, με εξαίρεση τα θωρηκτά, που αποκτήθηκαν το 1890 και τα τορπιλοβόλα, που είχε αγοράσει η Κυβέρνηση Τρικούπη. Έτσι το 1900 ιδρύθηκε και το «Ταμείο Εθνικού Στόλου» που ενισχύθηκε με 2.500.000 φράγκα που κληροδότησε ο Γεώργιος Αβέρωφ, ενώ κάθε έτος αντλούσε επίσης 925.000 δραχμές από κονδύλια του προϋπολογισμού. Τον Νοέμβριο του 1908 ξεκινά η παραγγελία του θωρηκτού καταδρομικού κλάσης «Πίζα», που ονομάσθηκε «Γ. ΑΒΕΡΩΦ» και κατέπλευσε μόλις το 1911. Επίσης, την ίδια περίοδο (1906) και για πρώτη φορά ξεκίνησε η σύντονη εκπαίδευση του στρατού. Ο Θεοτόκης με αποφασιστική ενέργεια κατάργησε όλες τις αποσπάσεις των αξιωματικών του στρατού σε άλλες υπηρεσίες, αστυνομία, αποσπάσματα, φύλαξη λιμένων κ.λπ. απελευθερώνοντας χρηματικούς πόρους. Το 1907 ξεκινά η εκπαίδευση του στρατού, καθώς και των εφέδρων 4 προηγουμένων κλάσεων. Το 1908 εκπαιδεύονται όλες οι κλάσεις από 1900 μέχρι και 1908. Το δε 1909 συνεχίσθηκε η συμπληρωματική εκπαίδευση τριών κλάσεων 1902, 1904 και 1906.

Ο Στόλος Αιγαίου αποτελείτο: από το θωρηκτό Αβέρωφ, τρία παλαιά θωρηκτά: «Σπέτσαι» (πλοίαρχος Γκίνης), Ψαρά και Ύδρα, 4 μεγάλα αντιτορπιλικά: «Λέων» (αντιπλοίαρχος Παπαχρήστος), «Πάνθηρ», «Αετός», «Ιέραξ», δέκα μικρότερα αντιτορπιλικά [2] (Βέλος, Σφενδόνη, Λόγχη, Νίκη, Ναυκρατούσα, Δόκα, Νέα Γενεά, Ασπίς, Θύελλα, Κεραυνός), πέντε τορπιλοβόλα (11, 12, 14, 15, 16), το υποβρύχιο «Δελφίν» (πλωτάρχης Παπαρρηγόπουλος), το πρώτο στον κόσμο που χρησιμοποιήθηκε σε πολεμικές επιχειρήσεις, ένα υδροπλάνο, ένα οπλιταγωγό (Σφακτηρία), ένα ναρκοθετικό (Άρης) κι ένα ανεφοδιαστικό (Κανάρης).
Η Μοίρα Ιονίου αποτελείτο από: δύο ατμοβάριδες (Άκτιον, Αμβρακία), τέσσερις ατμομυοδρόμωνες (Αλφειός, Αχελώος, Πηνειός, Ευρώτας) και 3 κανονιοφόρους (Α, Β, Δ).
Η Μοίρα Ευδρόμων αποτελείτο από επίτακτα εξοπλισμένα: 5 εμπορικά (Εσπερία, Μυκάλη, Μακεδονία, Αθήναι, Αρκαδία) και 3 βοηθητικά (Αιγιαλεία, Μονεμβασία, Ναυπλία).


Χωρίς αυτή τη προπαρασκευή όπως σημειώνουν σύγχρονοι στρατιωτικοί αναλυτές [3] η Ελλάδα θα ήταν αδύνατον να βρεθεί έτοιμη στις ραγδαίες εκείνες εξελίξεις παρόλο τον πυρετώδη αγώνα που κατέβαλε στη συνέχεια ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος του 1909 και η κυβέρνηση του Ε. Βενιζέλου μεταξύ των ετών 1909-1912 με ακόμη επιτάχυνση της εκπαίδευσης και του εξοπλισμού του ελληνικού στρατού. Σημειώνεται ότι και η Οθωμανική αυτοκρατορία, βλέποντας μάλλον θορυβημένη την αύξηση της ελληνικής ναυτικής δύναμης, παρήγγειλε το 1910 δύο γερμανικά καταδρομικά. Η ναυτική όμως υπεροχή και υπεροπλία της Ελλάδας ήταν ήδη δεδομένη έναντι της χαώδους κατάστασης που επικρατούσε στον τουρκικό στόλο, που ήταν αμφίβολος ακόμη και ο απόπλους του λόγω ακριβώς της παντελούς έλλειψης ναυτικής εκπαίδευσης.
 

Η ΜΑΧΗ ΣΤΗΝ ΕΛΑΣΣΟΝΑ
Την 6η Οκτωβρίου οι ελληνικές δυνάμεις επιτέθηκαν κατά των τουρκικών θέσεων. Οι Τούρκοι ήταν πρόχειρα οχυρωμένοι στα υψώματα βορείως της Ελασσόνας και η 1η και 2η μεραρχία κινήθηκαν κυκλωτικά με ταυτόχρονο σφυροκόπημα των εχθρικών θέσεων από το πυροβολικό. Μετά από τετράωρη μάχη οι Τούρκοι υποχώρησαν και κατευθύνθηκαν προς τα στενά του Σαρανταπόρου. Τα στενά αυτά, γνωστά από τα βυζαντινά χρόνια, όπου ο Βουλγαροκτόνος κατατρόπωσε τους Βούλγαρους, ήταν από μόνα τους απόρθητο φρούριο. Οι Τούρκοι, με τη βοήθεια γερμανών αξιωματικών, τα είχαν οχυρώσει υποδειγματικά και ο Γερμανός στρατηγός Φον Ντερ Γκολτζ πίστευε ότι θα γίνονταν το νεκροταφείο του ελληνικού στρατού.

Η ΜΑΧΗ ΣΤΟ ΣΑΡΑΝΤΑΠΟΡΟ
Το σχέδιο του Γενικού επιτελείου προέβλεπε την κατά μέτωπο επίθεση στα στενά Σαρανταπόρου, με ταυτόχρονη και από τα δύο πλευρά υπερκερατική ενέργεια προς τα Σέρβια, για την κατάληψη της γέφυρας του Αλιάκμονα και την αποκοπή της σύμπτυξης του εχθρού. Στα ΒΑ του χωριού Σαραντάπορο, το ύψωμα Σκοπιά ήλεγχε όλη την περιοχή από τον ποταμό Σαραντάπορο ως το δρόμο Ελασσόνας – Σερβίων, στα δυτικά. Στη φυσική οχύρωση των στενών συνέβαλλαν τα υψώματα ΝΔ της Σκοπιάς και η δύσβατη περιοχή στα βόρεια του χωριού Σαραντάπορο. H προσέγγιση της περιοχής μπορούσε να γίνει μόνο μέσα από εξαιρετικά δύσβατες ορεινές διαβάσεις.

Το σχέδιο των Τούρκων ήταν να κρατήσουν σταθερή άμυνα για να εμποδίσουν την προέλαση των Ελλήνων προς τα βόρεια. Το πρωί της 9ης Οκτωβρίου ο ελληνικός στρατός εξαπέλυσε επίθεση κατά μέτωπο. H προέλαση των μεραρχιών του κέντρου (1η, 2α και 3η) έγινε με δύο συντάγματα από κάθε μεραρχία. Πλησιάζοντας σε απόσταση 1.000 μέτρων, οι Έλληνες δέχθηκαν καταιγισμό εχθρικών πυρών αλλά, παρά τις σοβαρές απώλειες, συνέχισαν την προέλασή τους. Παράλληλα η 4η και η 5η Μεραρχία κινήθηκαν από τα πλάγια. H 5η επιτέθηκε ανοίγοντας δρόμο προς τις τοποθεσίες Λαζαράδες και Βογγόπετρα με προορισμό την Κοζάνη και η 4η προέλασε μέσω των χωριών Λιβαδερό – Μεταξάς – Τριγωνικό, για να βρεθεί στα νώτα της εχθρικής παράταξης στα Σέρβια. Τα αποτελέσματα της πρώτης ημέρας της μάχης ήταν μάλλον δυσμενή για τον ελληνικό στρατό. Η 6η Μεραρχία παρέμεινε στο χωριό Πετρωτό ως γενική εφεδρεία Οι απώλειες ήταν μεγάλες, ο καιρός άσχημος, το έδαφος δύσβατο, το ηθικό των ανδρών μάλλον πεσμένο.
 

ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΩΝ ΣΕΡΒΙΩΝ
Για την επομένη τα ξημερώματα το Γενικό Στρατηγείο είχε προγραμματίσει οι τρεις μεραρχίες του κέντρου να συνεχίσουν την προσπάθειά τους να καταλάβουν τις θέσεις των Τούρκων αλλά, ενώ όλα ήταν έτοιμα για την επίθεση, στα γύρω υψώματα βασίλευε απόλυτη ησυχία. Οι Τούρκοι στη διάρκεια της νύχτας, όταν αντιλήφθηκαν την πρόθεση της 4ης Μεραρχίας να τους κυκλώσει, προτίμησαν να υποχωρήσουν προς τα Σέρβια αλλά εκεί τους περίμενε η 4η Μεραρχία, που τους αιφνιδίασε και τράπηκαν σε φυγή, αφού εκτέλεσαν 75 Έλληνες προκρίτους των Σερβίων κι αφού εγκατέλειψαν πίσω τους δεκάδες πυροβόλα και άφθονο πολεμικό υλικό. Στη διάρκεια της καταδίωξης η 4η μεραρχία απελευθέρωσε τα Σέρβια.


ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΚΟΖΑΝΗΣ
Στη συνέχεια ο Ελληνικός Στρατός προωθήθηκε προς τον Αλιάκμονα ενώ το απόγευμα της 12ης Οκτωβρίου ένα τμήμα της ταξιαρχίας ιππικού απελευθέρωσε την Κοζάνη. H γρήγορη και νικηφόρα έκβαση της μάχης του Σαρανταπόρου τόνωσε το ηθικό του στρατού και άνοιξε τον δρόμο για την απελευθέρωση της Μακεδονίας. Ωστόσο οι απώλειες σε έμψυχο υλικό ήταν βαριές: 182 νεκροί και 1.000 τραυματίες. Μετά από αυτή την εντυπωσιακή επιτυχία, το Γενικό Στρατηγείο εγκαταστάθηκε στην Κοζάνη απ’ όπου ο αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος σκόπευε να βαδίσει προς το Μοναστήρι για να ενωθεί με τον σερβικό στρατό. Ο Βενιζέλος ωστόσο είχε διαφορετική γνώμη. Ήθελε ο Ελληνικός Στρατός να συνεχίσει την πορεία του στη Μακεδονία και να μπει στη Θεσσαλονίκη προτού προλάβουν να το κάνουν οι Βούλγαροι, όπως σχεδίαζαν. Απέστειλε λοιπόν επείγον τηλεγράφημα στον Κωνσταντίνο με την προτροπή να καταλάβει χωρίς χρονοτριβή τη Θεσσαλονίκη (13 Οκτωβρίου 1912): «Αναμένω να μου γνωρίσετε την περαιτέρω διεύθυνση, την οποία θα ακολουθήσει η προέλαση του στρατού Θεσσαλίας. Παρακαλώ μόνο να έχετε υπόψη ότι σπουδαίοι πολιτικοί λόγοι επιβάλλουν να ευρεθούμε μία ώρα ταχύτερο εις τη Θεσσαλονίκη». Κωνσταντίνος προς Βενιζέλο: «Ο στρατός δεν θα οδεύσει κατά της Θεσσαλονίκης. Εγώ έχω καθήκον να στραφώ κατά του Μοναστηρίου, εκτός αν μου το απαγορεύετε». Βενιζέλος προς Κωνσταντίνο: «Σας το απαγορεύω».


ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΒΕΡΟΙΑΣ-ΚΑΤΕΡΙΝΗΣ
Στις 14 Οκτωβρίου έγιναν αναγνωριστικές επιχειρήσεις των θέσεων του εχθρού. Το απόγευμα έφθασε στο στρατηγείο ο βασιλιάς Γεώργιος και εκδόθηκε η διαταγή πορείας του στρατού με κατεύθυνση Βέροια και κατόπιν Θεσσαλονίκη. Η 2η και 3η μεραρχία ξεκίνησαν πρώτες και πέρασαν τα στενά του Τριπόταμου που χωρίζει το υψίπεδο της Κοζάνης από την πεδιάδα της Βέροιας. Η 7η μεραρχία ξεκίνησε για την Κατερίνη και στις 15 Οκτωβρίου συνάντησε ισχυρή αντίσταση του εχθρού στο χωριό Κολοκούρι. Το απόσπασμα προσκόπων (εθελοντών) που ακολουθούσε την 7η μεραρχία τις νυχτερινές ώρες ανατίναξε τη σιδηροδρομική γραμμή Θεσσαλονίκη – Βέροια. Το ίδιο βράδυ έφθανε στο Γενικό Στρατηγείο τηλεγράφημα του υπουργού Εξωτερικών, που πληροφορούσε ότι οι Σέρβοι είχαν καταλάβει το Ιστίπ και οι Βούλγαροι από το Νευροκόπι προέλαυναν προς τη Δράμα και τις Σέρρες. Στις 16 Οκτωβρίου 1912, η 7η μεραρχία εισήλθε στην Κατερίνη και η 2η στη Βέροια, ενώ η 5η μεραρχία ήταν καθηλωμένη έξω από το χωριό Πέρδικα, όπου 1.000 περίπου Τούρκοι με 6 ορειβατικά πυροβόλα αντιστέκονταν λυσσαλέα. Την 18η Οκτωβρίου ο Κωνσταντίνος εγκαταστάθηκε στη Νάουσα.


Ο Μητροπολίτης Καλλίνικος, ο διάδοχος Γεώργιος και ο Δήμαρχος Χαλίλ-Αλή Βέη,
κατά την απελευθέρωση της Βέροιας
Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΓΙΑΝΝΙΤΣΩΝ
Ο Τούρκος αρχιστράτηγος Χασάν Ταξίν πασάς, μετά την ήττα στο Σαραντάπορο και την ουσιαστική διάλυση του στρατού του κατά τις υποχωρητικές κινήσεις είχε στη διάθεσή του 25.000 άνδρες και 30 πυροβόλα. Αποφάσισε να οχυρώσει τα υψώματα δυτικά των Γιαννιτσών, ανάμεσα στην ομώνυμη λίμνη και το όρος Πάικο, για να προστατεύσει την ιερή για τους Μουσουλμάνους αυτή πόλη, που φιλοξενούσε τους τάφους του Γαζή Εβρενός Μπέη, του πρώτου Τούρκου κατακτητή της Ευρώπης και των απογόνων του.


Στις 19 Οκτωβρίου οι ελληνικές δυνάμεις κατευθύνθηκαν βόρεια της λίμνης των Γιαννιτσών με εξαίρεση την 7η μεραρχία που κινήθηκε ανατολικά από τη λίμνη με κατεύθυνση τον Λουδία ποταμό. Η κύρια όμως μάχη δόθηκε στο Μελίσσι (Μπαλίντζα) όπου ο κύριος όγκος του ελληνικού στρατού καθηλώθηκε από το σφυροκόπημα του τουρκικού πυροβολικού. Οι Έλληνες στρατιώτες ήταν φοβερά ταλαιπωρημένοι από την εξαντλητική πορεία τόσων ημερών, κάτω από δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Είχαν προβλήματα εφοδιασμού, αλλά το ηθικό τους ήταν υψηλό, ύστερα από τις μεγάλες νίκες. Κάτω από συνεχή κανονιοβολισμό και υπό δυνατή βροχή οι μονάδες της 3ης και 2ης μεραρχίας περνούσαν τη γέφυρα και έπαιρναν θέσεις στο πεδίο μεταξύ Μελισσίου και Γιαννιτσών. Με το πρώτο φως της 20ης Οκτωβρίου ξανάρχισαν οι κανονιοβολισμοί, αλλά οι εύζωνοι προχωρώντας κάτω από τις συνεχείς βολές και με εφ’ όπλου λόγχη καταλάμβαναν μετά από μάχες σώμα με σώμα το ένα μετά το άλλο τα εχθρικά οχυρώματα. Γύρω στις 8:45 το 9ο ευζωνικό τάγμα, με διοικητή τον αντισυνταγματάρχη Κωνσταντίνο Παπαδόπουλο κατόρθωσε να καταλάβει το ύψωμα των νεκροταφείων της πόλης. Με τα 4 πυροβόλα που ήταν οχυρωμένα σ’ αυτό, κυνήγησε τους υποχωρούντες Τούρκους ανατολικά. Οι υπόλοιπες γραμμές, με κίνδυνο να περικυκλωθούν, ύστερα από την είδηση ότι στα βόρεια έσπασε το μέτωπο από τους τσολιάδες, παράτησαν τα πυροβόλα και τράπηκαν σε φυγή προς Θεσσαλονίκη.

Οι απώλειες του ελληνικού στρατού ήταν 200 νεκροί και 800 τραυματίες, ενώ 3.000 Τούρκοι στρατιώτες είχαν αιχμαλωτισθεί μαζί με δύο πολεμικές σημαίες. Τα πρώτα τμήματα που μπήκαν στην πόλη, από το δρόμο της Αξιού ήταν της 2ης μεραρχίας με μέραρχο τον Καλάρη. Γύρω στις 11:00 από τον ίδιο δρόμο μπαίνει και ο διάδοχος Κωνσταντίνος με το επιτελείο του. Δημογέροντες της ελληνικής κοινότητας και πλήθος κόσμου, υποδέχτηκαν τούς ελευθερωτές μέσα σε παραλήρημα χαράς και ζητωκραυγών. 600 χρόνια ξενικής κατοχής έλαβαν τέλος. Επακολούθησε νεκρώσιμη ακολουθία για τους νεκρούς. Μετά τον ενταφιασμό τους, ψάλθηκε μεγάλη δοξολογία, για τη νικηφόρα έκβαση της μάχης.

ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Η νίκη στα Γιαννιτσά άνοιξε το δρόμο για την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης. Αν και η νίκη των Γιαννιτσών ήταν πολύ σπουδαία για την πρόοδο των ελληνικών επιχειρήσεων, ο δρόμος για τη Θεσσαλονίκη δεν ήταν περίπατος. Οι Τούρκοι κατά την υποχώρησή τους είχαν καταστρέψει όλες τις γέφυρες του Αξιού και οι πολλές βροχές είχαν φουσκώσει τα νερά του ποταμού. Για να περάσει η ελληνική στρατιά έπρεπε να κατασκευαστούν πρόχειρες γέφυρες με συνέπεια την καθυστέρηση. Η διάβαση του Αξιού απαίτησε 2 μέρες και το βράδυ της 24ης Οκτωβρίου είχαν διαπεραιωθεί στην ανατολική όχθη όλες σχεδόν οι μονάδες. Την επόμενη έφθασαν στο Γενικό Στρατηγείο δυο Τούρκοι αξιωματικοί του επιτελείου του Ταξίν πασά για διαπραγματεύσεις. Ο Κωνσταντίνος τους δήλωσε ότι δεχόταν να παραιτηθεί από τη μάχη, με την προϋπόθεση να παραδοθεί ο τουρκικός στρατός, αφοπλισμένος ως αιχμάλωτος πολέμου, εκτός από τους αξιωματικούς που θα διατηρούσαν τα ξίφη τους, και να μεταφερθεί με δαπάνες της ελληνικής κυβέρνησης σε λιμάνι της Μικράς Ασίας.


Στις 26 Οκτωβρίου 1912, ο Κωνσταντίνος έδωσε εντολή στον ελληνικό στρατό να προελάσει προς τη Θεσσαλονίκη. Πέντε αιώνες οθωμανικής κατοχής και τυραννίας έλαβαν τέλος. Ήταν τότε στις 29 Μαρτίου 1430, που οι Τούρκοι, ύστερα από πολύχρονη πολιορκία είχαν καταλάβει τη Θεσσαλονίκη. Ήταν η τρίτη φοβερή άλωση της πόλης μετά από εκείνες των Αράβων και των Νορμανδών. Ο Ιωάννης Αναγνώστης είχε περιγράψει την πολιορκία, τη χρήση πυρίτιδος υπό των Οθωμανών, τις ηρωικές προσπάθειες των κατοίκων στα τείχη και την άθλια συμπεριφορά των Βενετών, που βρήκαν καταφύγιο στα πλοία τους και εγκατέλειψαν τον πληθυσμό στο έλεος του εισβολέα. Είχαν ακολουθήσει λεηλασίες, αρπαγές, βιασμοί, καταστροφές. Οι ναοί είχαν μετατραπεί σε τζαμιά ενώ είχε ακολουθήσει εποικισμός της Θεσσαλονίκης από Τούρκους μετανάστες.

Το μεσημέρι της 26ης Οκτωβρίου 1912, ανήμερα του Αγίου Δημητρίου, η 7η μεραρχία και δύο αποσπάσματα ευζώνων απελευθέρωναν την πόλη, προλαβαίνοντας τους Βούλγαρους στους οποίους επετράπη μόνο σε δύο τάγματα να εισέλθουν στην πόλη. Το βράδυ της ίδιας ημέρας οι Βίκτωρ Δούσμανης και Ιωάννης Μεταξάς συνυπέγραψαν με τον Ταξίν πασά το πρωτόκολλο παράδοσης, [1] σύμφωνα με το οποίο παραδίδονταν ως αιχμάλωτοι 25.000 Τούρκοι στρατιώτες, 1.000 αξιωματικοί, 70 πυροβόλα και 70.000 τουφέκια. Στις 28 Οκτωβρίου παρουσία του Κωνσταντίνου και του επιτελείου του, έγινε δοξολογία στο ναό του Αγίου Μηνά, όπου οι Έλληνες κάτοικοι αποθέωσαν τους ελευθερωτές τους.

Ως τις 10 Νοεμβρίου η ελληνική ζώνη είχε επεκταθεί προς τα βόρεια ως τη λίμνη της Δοϊράνης και τη Γευγελή, όπου σταματούσε η σερβική ζώνη και προς τα ανατολικά ως το Στρυμόνα όπου σταματούσε η βουλγαρική ζώνη. Δυτικά όμως η 5η μεραρχία ηττήθηκε στη μάχη της Βεύης με απώλειες 168 νεκρούς, αποτυγχάνοντας να προελάσει μέχρι το Μοναστήρι που ήταν ο αντικειμενικός της σκοπός. Όταν ήρθαν ενισχύσεις από τη Θεσσαλονίκη, οι ελληνικές δυνάμεις συνάντησαν τον εχθρό στο χωριό Κόμανο, στο δρόμο Κοζάνης-Πτολεμαΐδας, όπου είχαν πάλι πολλές απώλειες. Στις 7 Νοεμβρίου κατελήφθη η Φλώρινα και στο μεταξύ το Γενικό Στρατηγείο έλαβε τηλεγράφημα από το Υπουργείο Στρατιωτικών ότι το Μοναστήρι κατελήφθη από τους Σέρβους και ότι η τουρκική φρουρά 40.000 ανδρών υποχώρησε προς την Κορυτσά.

ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ
Μετά την κατάληψη της Θεσσαλονίκης, από τον ελληνικό στρατό, ολοκληρώθηκε και η προώθησή του στην Ήπειρο (μέχρι και τη γραμμή Αργυρόκαστρο-Κορυτσάς). Ο αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος απέστειλε προς την Κορυτσά την 3η, 4η και 6η μεραρχία με σκοπό τον αποκλεισμό της. Οι αποκλεισμένοι Τούρκοι επιχείρησαν έξοδο χωρίς επιτυχία και υποχώρησαν προς τα Ιωάννινα και έτσι στις 7 Δεκεμβρίου η 3η μεραρχία, έπειτα από τριήμερη μάχη, κατέλαβε την Κορυτσά της Β. Ηπείρου. Ενώ Βούλγαροι και Σέρβοι είχαν υπογράψει ανακωχή με την καταρρέουσα Οθωμανική αυτοκρατορία στην Τσατάλτζα, η Ελλάδα αρνήθηκε να υπογράψει εφόσον συνεχίζονταν οι επιχειρήσεις του ελληνικού στρατού στην Ήπειρο, αλλά και του στόλου στο Αιγαίο.


Ήδη στην Ήπειρο στην περιοχή της Άρτας, από τον Οκτώβριο του 1912, υπήρχε η στρατιά της Ηπείρου που βρισκόταν υπό τις διαταγές του Κ. Σαπουντζάκη και αριθμούσε 282 αξιωματικούς και 7.915 οπλίτες με 24 πυροβόλα. Απέναντί τους είχαν 15.000 περίπου Τούρκους με διοικητή τον Εσάτ πασά. Η μικρή αριθμητική δύναμη της στρατιάς της Ηπείρου την περιόρισε σε δευτερεύοντα ρόλο και μόλις την 11η Οκτωβρίου κατέλαβε το χωριό Κουμτζάδες και την 12η Οκτωβρίου κατέλαβε τη Φιλιππιάδα, που είχε εκκενωθεί από τον τουρκικό στρατό μετά από διαταγή του Εσάτ πασά, που αγνοούσε την πραγματική δύναμη του ελληνικού στρατού.

ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ ΠΡΕΒΕΖΑΣ
Στις 20 Οκτωβρίου ξεκίνησε επιχείρηση προς κατάληψη της Πρέβεζας, στην οποία είχε πλησιάσει και η μοίρα Ιονίου του ελληνικού ναυτικού. Η τουρκική φρουρά της πόλης είχε σχηματίσει γραμμή άμυνας πάνω στην ακρόπολη της αρχαίας Νικόπολης με προχωρημένα τμήματα στο ύψωμα Φλάμπουρα. Τα ελληνικά τμήματα βλήθηκαν και από εξοπλισμένη με πολυβόλα Μαξίμ τουρκική βενζινάκατο, που όμως βυθίστηκε από εύστοχη βολή ελληνικού πυροβόλου. Την ίδια μέρα βομβαρδίστηκε το φρούριο της Πρέβεζας από την ελληνική μοίρα Ιονίου, που βύθισε και τα τουρκικά τορπιλοβόλα «Αττάλια» και «Τοκάτ». Στις 21 Οκτωβρίου 1912 παραδόθηκε η Πρέβεζα και οι 1.000 περίπου Τούρκοι που την υπερασπίζονταν. Η μάχη της Νικόπολης είχε στοιχίσει στο στρατό μας 10 νεκρούς και 54 τραυματίες.


ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΠΕΝΤΕ ΠΗΓΑΔΙΩΝ
Στο μεταξύ ο Εσάτ πασάς εξαπέλυσε επίθεση με 5 τάγματα εναντίον των ευζώνων που βρίσκονταν στο χωριό Ανώγι. Κέντρο εξόρμησης των Τούρκων ήταν τα Πέντε Πηγάδια, όπου βρισκόταν ο ίδιος ο διοικητής των Ιωαννίνων και κατεύθυνε τις επιχειρήσεις. Η μάχη των Πέντε Πηγαδιών διήρκεσε 7 μέρες (24-30 Οκτωβρίου), χωρίς να επικρατήσει κανένας αντίπαλος. Οι ελληνικές απώλειες ήταν 26 νεκροί και 222 τραυματίες.

 
Μέχρι το τέλος του Νοεμβρίου είχε απελευθερωθεί το Μέτσοβο (27 Οκτωβρίου) από απόσπασμα 330 ανδρών, η Φλώρινα (7 Νοεμβρίου), η Καστοριά (11 Νοεμβρίου) και το Συρράκο (23 Νοεμβρίου). Ο Χιμαριώτης συνταγματάρχης της χωροφυλακής Σπύρος Σπυρομίλιος, ο Καπετάν Μπούας του Μακεδονικού Αγώνα, αφού στρατολόγησε συμπατριώτες του, μαζί με Κρήτες εθελοντές απελευθέρωσε στις 5 Νοεμβρίου τη Χιμάρα.

Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΔΡΙΣΚΟΥ
Οι Τούρκοι στην Ήπειρο, αν και αποκλεισμένοι, πολέμησαν γενναία, προξενώντας στον ελληνικό στρατό σημαντικές απώλειες. Εκεί σκοτώθηκε και ο ποιητής Λορέντζος Μαβίλης, 53 ετών. Ήταν στη μάχη του Δρίσκου όταν το σώμα των Γαριβαλδινών αποδεκατιζόταν από τα τουρκικά κανόνια, κι ο ένας μετά τον άλλον έπεφταν νεκροί οι αξιωματικοί του. Ένα βόλι του διαπέρασε το πρόσωπο, του τραυμάτισε τα δύο μάγουλα και του έσπασε πολλά δόντια. Υποχρεώθηκε τότε να αποτραβηχτεί. Σ’ ένα εξωκλήσι του Δρίσκου ήταν το προσωρινό νοσοκομείο. Και φτάνοντας εκεί ο λαβωμένος σήκωσε το βλέμμα για να ιδεί ακόμα μια φορά τον κάμπο του πολέμου, και τότε ένα δεύτερο βόλι τον βρήκε στο στόμα. Τα τελευταία του λόγια ήταν: «περίμενα πολλές τιμές από τούτον τον πόλεμο, αλλά όχι και την τιμή να θυσιάσω τη ζωή μου για την Ελλάδα μου».

Πηγή:
theancientwebgreece.wordpress.com